Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Εις θάνατον!



Η αίθουσα του δικαστηρίου κατάμεστη με κόσμο ήταν. Στο ακροατήριο κάθε λογής άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες, μεροκαματιάρηδες μα και άτομα της "υψηλής κοινωνίας" περίμεναν τους δικαστές να ανέβουν στα έδρανά τους για να αρχίσει η δίκη. Ακόμα και παιδιά είχαν φέρει κάποιοι γονείς, για να μαθαίνουν!.. Μια συνεχής βοή ερχόταν από τους διαδρόμους του μεγάρου. "Πηγαδάκια" εδώ κι εκεί ανθρώπων που προσπαθούσαν να προβλέψουν το αποτέλεσμά της. Μιας δίκης που εδώ και μέρες απασχολούσε τα ΜΜΕ και την ευρύτερη κοινωνική γνώμη. Ξαφνικά ένα καμπανάκι χτύπησε και η φωνή του κλητήρα ακούστηκε...

- Ησυχία στο ακροατήριο, άρχεται η συνεδρίασις!!

Οι παρευρισκόμενοι, που τόση ώρα όρθιοι περίμεναν, μπήκαν στην αίθουσα και έκατσαν στις θέσεις τους. Μερικοί ακόμα ψίθυροι εδώ κι εκεί, λίγο πριν η πόρτα πίσω από τα δικαστικά έδρανα ανοίξει, κι έπειτα σιωπή. Οι δικαστές άρχισαν να βγαίνουν κι ένας ένας να παίρνουν τις θέσεις τους. Όταν όλοι τους έκατσαν η φωνή του κλητήρα ακούστηκε, ακόμα μια φορά, να αναγγέλει την είσοδο του Προέδρου του δικαστηρίου. Με μιας όλοι σηκώθηκαν και έμειναν όρθιοι ως τη στιγμή που εκείνος κάθισε.

Έδειχνε σοφός μα κάτι χαλούσε την εικόνα του. Κάτι ήταν που έκανε τους άλλους να τον φοβούνται, μα κανείς ποτέ δε μπόρεσε να καταλάβει τί. Φόρεσε τα γυαλιά του, κοίταξε για ένα λεπτό τα χαρτιά της δικογραφίας που είχε μπροστά του κι έπειτα είπε:

- Να προσέλθει η κατηγορουμένη!

Μια πόρτα άνοιξε στα αριστερά της αίθουσας και από μέσα βγήκαν έξι ένστολοι. Οι τέσσερις από αυτούς στάθηκαν δεξιά κι αριστερά από την καρέκλα όπου η κατηγορουμένη θα καθόταν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ενώ οι άλλοι δύο στάθηκαν πίσω της αφού πρώτα την έβαλαν στη θέση της. Με την είσοδό της τα φλας των φωτογράφων άστραψαν και οι ψίθυροι ακόμα μια φορά φούντωσαν καθώς το ακροατήριο άρχισε να σχολιάζει την εμφάνισή της.

Σε τίποτα δεν έμοιαζε με εγκληματία κι όμως σαν τέτοια δικαζόταν σήμερα. Καστανή, γύρω στα τριάντα, είχε μια ηρεμία στην έκφρασή της που έκανε σε όλους εντύπωση. Δεν έμοιαζε να φοβάται ιδιαίτερα για το τι είχε να αντιμετωπίσει εκεί μέσα, μόνο τα μάτια της, εκείνα τα τεράστια καταπράσινα μάτια, ήταν κόκκινα και πρησμένα σα να έκλαιγε ώρες πολλές πριν διαβεί το κατώφλι του δικαστηρίου.

Ο Πρόεδρος κοίταξε ακόμα μια φορά τα χαρτιά του και της απευθύνθηκε:

- Χμμ.. Είναι πολύ σοβαρές οι κατηγορίες σας δεσποινίς μου, το γνωρίζετε;

Εκείνη με σκυμμένο το κεφάλι έγνεψε καταφατικά.

- Κι απ' ότι βλέπω αρνηθήκατε την παρουσία συνηγόρου υπεράσπισης. Μήπως αλλάξατε γνώμη;

"Όχι" έγνεψε εκείνη...

- Μάλιστα... οπότε δε βλέπω το λόγο γιατί να καθυστερούμε άλλο. Θα ξεκινήσω διαβάζοντάς σας το κατηγορητήριο. Να σας ενημερώσω πως όλα τα στοιχεία, που εδώ και μέρες εγώ και οι συνεργάτες μου μελετάμε, όλα δείχνουν την ενοχή σας. Παρ' όλα αυτά έχετε το δικαίωμα να προχωρήσετε σε έφεση αν θεωρήσετε πως η απόφασή μας σας αδικεί... Λοιπόν, ξεκινώ...

Ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της και στο ξύλινο πάτωμα έπεσε. Μα κανείς δεν το πρόσεξε...

- Κατηγορήστε πως ερωτευθήκατε!
- Κατηγορήστε πως αγαπήσατε παράφορα!
- Κατηγορήστε πως κάνατε όνειρα για μια ζωή διαφορετική, όμορφη!
- Κατηγορήστε πως δεν ντραπήκατε να δηλώσετε όλα τα παραπάνω!
- Κατηγορήστε πως, όταν σας ζητήθηκε, κάνατε υπομονή!
- Κατηγορήστε πως δεν αντέξατε να υπομένετε όσο σας ζητήθηκε!
- Κατηγορήστε πως συγχωρέσατε λάθη που σας πλήγωσαν πολύ!
- Κατηγορήστε πως, κι εσείς, κάνατε λάθη στην προσπάθεια να πραγματοποιήσετε όλα αυτά που αποκαλείτε "όνειρα σας"!
- Και, τέλος, κατηγορήστε πως μετανιώσατε για όλα σας τα λάθη και ζητήσατε μια ευκαιρία να επανορθώσετε και να συνεχίσετε να ονειρεύεστε!

Η κατηγορουμένη σήκωσε το κεφάλι και το βλέμμα της καρφώθηκε σ' εκείνο του Προέδρου που μόλις είχε ολοκληρώσει την ανάγνωση του κατηγορητηρίου.

- Λοιπόν κατηγορουμένη, τί έχεις να δηλώσεις;

Αυτή τη φορά όλοι είδαν το δάκρυ στην άκρη των ματιών της, ένα δάκρυ που, σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα, ποτέ δεν κύλησε. Εκείνη χαμογέλασε και με δυνατή φωνή, δίχως φόβο κανένα, είπε:

- ΕΝΟΧΗ!!

Ο Πρόεδρος χαμογέλασε με ικανοποίηση, έβγαλε τα γυαλιά του και της απευθύνθηκε ξανά.

- Αναγνωρίζεις λοιπόν την ενοχή σου. Ωραία! Γνωρίζεις όμως πως για τις εν λόγω κατηγορίες δεν υπάρχουν ελαφρυντικά, ούτε καν εκείνο της παραδοχής της ενοχής; Γνωρίζεις τί σημαίνει αυτό κορίτσι μου;
- Ναι! "Εις θάνατον!" αυτό σημαίνει... απάντησε εκείνη.
- Μήπως θέλεις να αλλάξεις τη δήλωσή σου; Επιθυμείς μήπως να προχωρήσεις σε έφεση της αποφάσεως;
- ΕΝΟΧΗ! Αυτό δηλώνω και δεν το παίρνω πίσω. ΕΝΟΧΗ!
- Πολύ καλά λοιπόν. Διακόπτουμε για πέντε λεπτά εως ότου το σώμα του δικαστηρίου συσκεφθεί για να αποφασίσει με ποιο τρόπο θα εκτελεσθεί η ποινή σου...

Πέντε λεπτά, ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω δε χρειάστηκε για να βγει η οριστική απόφαση. Οι δικαστές επέστρεψαν και ο Πρόεδρος ανακοίνωσε με ποιο τρόπο θα γινόταν η εκτέλεση. Είχαν πολλές επιλογές πάνω σ' αυτό το ζήτημα, πάρα πολλές... Θεώρησαν όμως πως η περίσταση απαιτούσε κάτι θεαματικό, κάτι που είχε πολλά χρόνια να γίνει. Κάτι που θα ήταν ότι καλύτερο ώστε να παραδειγματιστούν και όσοι άλλοι θα τολμούσαν να σκεφτούν έστω να πράξουν με τρόπο ανάλογο στο μέλλον.

Η λαιμητόμος στήθηκε γρήγορα στο κέντρο της πλατείας μπροστά από το δικαστικό μέγαρο. Ο κόσμος, που πριν βρισκόταν εντός της αίθουσας, τώρα ήταν έξω και μαζί μ' αυτούς κι άλλοι πολλοί που έμαθαν για την απόφαση από τα έκτακτα δελτία ειδήσεων και πήγαν για να ...απολαύσουν το θέαμα. Κάμποσοι ένστολοι βρίσκονταν επίσης εκεί για να ελέγχουν το πλήθος. Σε μισή ώρα όλα θα ήταν έτοιμα.

Στο γραφείο του Προέδρου η γραμματέας ετοίμαζε τα τελευταία έγγραφα, εκείνα που θα έδιναν το πράσινο φως για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Ο Πρόεδρος κοιτούσε από το παράθυρο το πλήθος που ήταν μαζεμένο γύρω από την πλατεία και τα μάτια του έλαμπαν από ικανοποίηση. Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε κι ένας από τους υποτακτικούς του μπήκε μέσα.

- Πρόεδρε είμαστε έτοιμοι!
- Ωραία! Τα χαρτιά είναι πάνω στο γραφείο, πάρτα και ξεκινήστε. Και όπως είπαμε, έτσι;
- Ναι Πρόεδρε, όπως ακριβώς είπαμε, μην ανησυχείς για τίποτα...

Η κατηγορουμένη βγήκε από το κτίριο συνοδεία των έξι φρουρών που στιγμή δεν την άφηναν από κοντά τους. Με αργό βήμα πλησίασε τη λαιμητόμο, το βωμό της θυσίας της, αγέρωχη, με το κεφάλι ψηλά. Το πλήθος έβγαζε άναρθρες κραυγές ικανοποίησης, διψούσαν για αίμα, το δικό της αίμα. Τρια σκαλιά τη χώριζαν από το θάνατο, τα ανέβηκε και στάθηκε μπροστά από το δήμιό της. Εκείνος πήγε να της φορέσει μια μαύρη κουκούλα μα δεν τα κατάφερε. Ήθελε να βλέπει φως πριν, μια για πάντα, στο σκοτάδι χαθεί.

- Η εκτέλεση έχει οριστεί να ξεκινήσει σε πέντε λεπτά από τώρα, αμέσως μόλις η καμπάνα σημάνει επτά. Έχεις κάποια τελευταία επιθυμία, θέλεις να δηλώσεις κάτι;

"Ναι" έγνεψε εκείνη και μόλις ο δήμιος της έδωσε το ελεύθερο φώναξε με όση δύναμη είχε απομείνει μέσα της:

- Σ' ΑΓΑΠΑΩ! Τ' ΑΚΟΥΣ; Σ' ΑΓΑΠΑΩ!...

Η ηχώ της φωνής της ταξίδεψε στους δρόμους της πόλης, βγήκε έξω από αυτήν και έφτασε μέχρι τις πιο ψηλές βουνορφές, μέχρι την άκρη του ορίζοντα, εκεί που Ουρανός και Θάλασσα γίνονταν ένα... Στο δικαστικό μέγαρο ράγισαν τα κρύσταλα των παραθύρων. Και ο Πρόεδρος, που χωμένος βρισκόταν στην αναπαυτική μπερζέρα του, αναφώνησε όλο ευτυχία τρίβοντας τα χέρια του "Υπέροχα! Υπέροχα!".

Ένα σφύριγμα ακούστηκε καθώς η λεπίδα έσκιζε τον αέρα, ένας γδούπος κι έπειτα τίποτα. Σιωπή... Το πλήθος κοίταζε απογοητευμένο, δε μπορούσε να πιστέψει σ' αυτό που αντίκριζε. Το αίμα, εκείνο το αίμα που ανυπομονούσαν να δουν δεν έτρεξε ποτέ. Ούτε μια στάλα κόκκινη. Μόνο ένα υγρό διάφανο, σα νερό, σα δάκρυ, και μια ευωδιά σα να βρισκόσουν σε ένα δάσος ανθισμένες λεμονιές. Οι φρουροί πήραν το άψυχο κορμί. Όλα είχαν τελειώσει. Επιστροφή στη βαρετή καθημερινότητα...

Ο υποτακτικός του Προέδρου μπήκε στο γραφείο ξανά, αυτή τη φορά κρατώντας σφιχτά στα χέρια του και με μεγάλη προσόχη ένα μικρό κουτί.

- Όλα όπως τα ζήτησες Πρόεδρε. Εδώ στο 'χω...

Εκείνος άπλωσε τα χέρια και πήρε το κουτάκι. Το έφερε κοντά στο πρόσωπό του και το άνοιξε σιγά σιγά, όσο προσεκτικότερα μπορούσε, έριξε μια κλεφτή ματιά μέσα, για να το κλείσει αμέσως πάλι πριν το φυλάξει μέσα στην τσάντα που πάντα μαζί του κουβαλούσε.

- Πες στον οδηγό μου να ετοιμάσει το αυτοκίνητο. Κατεβαίνω και ξεκινάμε για το σπίτι.

Στο δρόμο δε μίλησε καθόλου, σκεφτικός καθόταν, κοιτούσε την τσάντα και χαμογελούσε. Δεν άργησαν να φτάσουν. Γρήγορα κατέβηκε από το αμάξι και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό του. Μπήκε μέσα, άνοιξε ένα ντουλάπι και πήρε ένα γυάλινο βαζάκι. Είχε κάμποσα τέτοια εκεί μέσα, όλα με βιδωτό κούμπωμα, σαν κι εκείνα που οι γυναίκες χρησιμοποιούν στην κουζίνα τους για να φυλάνε αποξηραμένα μυρωδικά. Έπειτα άνοιξε ένα συρτάρι, πήρε ένα κλειδί και βγήκε από το δωμάτιο. Με βήμα γοργό κατευθύνθηκε σε ένα δωμάτιο που βρισκόταν λίγα βήματα πιο πέρα. Ξεκλείδωσε και μπήκε μέσα.

Ήταν ένα δωμάτιο παράξενο. Όλοι οι τοίχοι γεμάτοι βιβλιοθήκες μα πουθενά κανένα βιβλίο. Αντίθετα όλα σχεδόν τα ράφια ήταν γεμάτα από βαζάκια γυάλινα σαν κι αυτό που πριν λίγο είχε πάρει από το δωμάτιό του. Εκατοντάδες βαζάκια, όλα άδεια... Παράθυρο είχε μόνο ένα και κουρτίνες μαύρες, από ύφασμα βαρύ, το πλαισίωναν. Τώρα ήταν στην άκρη τραβηγμένες για να φωτίζει λιγάκι το δωμάτιο. Και στη μέση μια πολυθρόνα κι ένα τραπεζάκι με ένα μπουκάλι κονιάκ κι ένα ποτήρι.

- Πατέρα; ακούστηκε μια φωνή πίσω από την πόρτα.
- Έλα Γιέ μου, πέρασε μέσα.
- Σίγουρα Πατέρα; Ποτέ πριν δε μου επέτρεψες να μπω εδώ.
- Πέρασε είπα, έλα, θέλω να δεις κάτι.

Γύρω στα δεκαπέντε θα 'τανε, ψηλό παιδί, αδύνατο, με ένα πρόσωπο γλυκό, αθώο, όμορφο. Σε τίποτα δε θύμιζε τον πατέρα του. Στάθηκε δίπλα του και τον κοίταξε με απορία.

- Τί είναι όλα αυτά τα βαζάκια Πατέρα; Και γιατί είναι όλα άδεια;
- Μη βιάζεσαι Γιέ μου, κάθε πράγμα στον καιρό του. Πρώτα πες μου, έμαθες τι υπόθεση δίκαζα σήμερα;
- Ναι Πατέρα, έμαθα.
- Και έμαθες τι απόφαση πάρθηκε;
- Ναι, εις θάνατον, στη λαιμητόμο. Άκουσα μάλιστα πως έγινε και κάτι παράξενο.
- Ναι ε; Τι ακριβώς;
- Δεν είδε κανείς αίμα, μόνο νερό, και μύριζε παντού λεμόνι...
- Έτσι ακριβώς Γιέ μου, συμβαίνει καμιά φορά κι αυτό.
- Μα γιατί συνέβη, ξέρεις εσύ Πατέρα;
- Ναι μικρέ, ξέρω. Γι' αυτό σε άφησα να μπεις σήμερα εδώ, για να μάθεις κι εσύ. Βλέπεις αυτό εδώ το κουτάκι; Έχει μέσα κάτι πολύτιμο, κάτι που σπάνια βρίσκεις πια όσο κι αν ψάχνεις. Έχει μια Ψυχή...
- Ψυχή; Τι εννοείς Πατέρα; Πως είναι δυνατό να χωρέσει μια Ψυχή σε ένα τόσο δα κουτάκι;
- Κι όμως αγόρι μου, χωράει. Γιατί η Ψυχή δε μετριέται με κιλά ή μέτρα. Η Ψυχή μετριέται από την ικανότητά της να Αγαπάει. Έτσι μετριέται. Φέρε μου τώρα εκείνο το άδειο βαζάκι από το τραπεζάκι.
- Μα όλα άδεια είναι Πατέρα.
- Δεν είναι, τώρα θα δεις.

Ο νέος έδωσε στον πατέρα του το βάζο, αφού πρώτα το άνοιξε, κι εκείνος, με μεγάλη προσοχή ακούπησε το κουτάκι στο στόμιο και, με γρήγορες κινήσεις, βίδωσε το καπάκι όσο πιο σφιχτά μπορούσε.

- Πατέρα δεν καταλαβαίνω...
- Θα καταλάβεις. Κλείσε τις κουρτίνες...
- Ν' ανάψω πρώτα ένα φως, θα σκοτεινιάσει αν τις κλείσω.
- Κάνε αυτό που σου είπα και τίποτα άλλο.

Με μια κίνηση οι κουρτίνες έκλεισαν και τότε ο μικρός με έκδηλη την έκπληξη στο πρόσωπό του είπε:

- Πατέρα... είναι υπέροχο!
- Ναι Γιέ μου, είναι...
- Τόσο Φως!
- Οι Ψυχές Γιέ μου... οι Ψυχές που ξέρουν ν' Αγαπούν δε σβήνουν ποτέ. Αιώνια υπάρχουν για να φωτίζουν τα σκοτεινά μονοπάτια της ζωής και να βοηθούν τις άλλες, τις Χαμένες, το δρόμο τους να βρίσκουν.
- Μα αν είναι κλεισμένες στο βαζάκι πως θα βοηθήσουν Πατέρα;
- Ανόητες ερωτήσεις. Απλά δε θα βοηθήσουν. Και ξέρεις γιατί; Γιατί εδώ μέσα μαζεύω μόνο τις Ψυχές που μάταια προσπάθησαν, τις Ψυχές που πληγώθηκαν προσπαθώντας. Να μην ανησυχείς λοιπόν, είναι καλύτερα εδώ, είναι ασφαλείς εδώ...

Ο μικρός προσπαθούσε να καταλάβει μα ήταν αδύνατο. Αν οι Ψυχές φυλακισμένες είναι δε μπορούν κανένα να βοηθήσουν, είτε το θέλει, είτε όχι. Δεν είναι σωστό να είναι φυλακισμένες, όχι! Μα αυτό δεν το είπε στον πατέρα του. Όχι, δεν έπρεπε να του το πει...

Το ίδιο βράδυ ο μικρός τρύπωσε στο δωμάτιο των γονιών του, άνοιξε το συρτάρι, πήρε το κλειδί και πήγε όσο πιο αθόρυβα γινόταν στο δωμάτιο των Ψυχών. Το Φως τους, διάχυτο παντού στο χώρο, να σε υπνωτίσει μπορούσε. Πλησίασε το παράθυρο και αφού το άνοιξε άρχισε να ανοίγει ένα ένα τα βαζάκια. Οι Ψυχές ξεχύθηκαν με δύναμη και ένα φωτεινό πέπλο τύλιξε το σπίτι. Κι έπειτα χάθηκαν μακριά φωτίζοντας τα μονοπάτια, αναζητώντας Χαμένες Ψυχές να βοηθήσουν. Κι η πλάση μυρωδιές γέμισε... γιασεμί, ευκάλυπτος, βασιλικός, τριαντάφυλλο, λεμόνι!...

Σε λιγάκι ξημέρωσε. Στο σπίτι του Προέδρου όλοι κοιμόντουσαν ακόμη. Ώσπου μια αγωνιώδης κραυγή έσκισε τη σιωπή κι όλους τους σήκωσε στο πόδι...

- ΟΧΙΙΙ!!!...




ΤΕΛΟΣ

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Αγάπα με...


Ανήμπορη να γράψω αυτές τις μέρες -καλώς ή κακώς συμβαίνει κι αυτό- επέλεξα γι' απόψε ένα κείμενο του φίλου μου του Μάκη. Σ' ευχαριστώ φιλαράκι, ήταν ότι πρέπει για μια νύχτα που δε λέει να περάσει...

Αγάπα με...

Να με Αγαπάς γι αυτό που Είμαι,
Όχι για εκείνο που θα ήθελες να Είμαι.
Έτσι θα Είμαι Πάντα Αληθινός !

Να με Αγαπάς για Όλα αυτά που σου Δίνω,
Όχι για εκείνα που λες ότι σου Στερώ.
Έτσι θα Εκτιμάς την Προσπάθειά Μου !

Να με Αγαπάς για Όλα αυτά που σου Λέω,
Όχι για εκείνα που ακόμα Δεν έχω Πει.
Έτσι θα Ακούς Λόγια Καρδιάς κ Ψυχής !

Να με Ακούς Πραγματικά όταν σου Μιλάω,
Όχι Στείρα και Eθελοκωφεύοντας.
Έτσι θα Μοιράζεσαι τις Σκέψεις Μου !

Να με Αγκαλιάζεις κ να με Φιλάς με Πάθος,
Όχι από Υποχρέωση μα από Επιθυμία.
Έτσι θα Νιώθω Ασφαλής κ Σίγουρος !

Να μου Μιλάς κ να με Κοιτάς στα Μάτια,
Όχι για να με Μαλώνεις μα για να σε Νιώσω.
Έτσι θα Ξέρω ότι Είμαστε Ένα !

Να με Κάνεις να Δακρύζω κ να Κλαίω,
Όχι από Πόνο κ Πίκρα μα από Χαρά κ Ευτυχία.
Έτσι θα Ζω Πλήρης από Αγάπη !

Κ τέλος όταν Ακούς αυτό Τραγούδι να Είμαι μια Θύμηση...


"Να με Προσέχεις
Γιατί έχω πέσει Χαμηλά,
Έχω πέσει Χαμηλά,
Μάτια μου Γλυκά,
να με Αντέχεις.

Να με Προσέχεις,
μέχρι να Σηκωθώ ξανά,
Λίγο ακόμα Μοναχά,
Μάτια μου Γλυκά,
να με Αντέχεις.

Να με Προσέχεις...."


Γιατί ....
Έχω Εσένα κ Έχεις Εμένα ...
κ Μόνο...

Αφιερωμένο σε όποιον αγγίζει...


Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

Αυτοβιογραφία...


Οι ζωές μας έχουν πολλές διακυμάνσεις κατά καιρούς. Κάποιες στιγμές είμαστε ευτυχισμένοι και κάποιες άλλες δε μπορούμε να ξεφύγουμε από τη θλίψη, τη δυστυχία.

Στη ζωή μου οι δυστυχισμένες στιγμές υπήρξαν ανέκαθεν περισσότερες. Από τις πρώτες μου μνήμες εως και σήμερα η πίκρα ήταν το συχνότερό μου βίωμα. Πάντα ένιωθα μόνη, αποκομμένη απ' όλους κι απ' όλα και, δυστυχώς, δεν ήταν της φαντασίας μου.

Στην οικογένειά μου ένιωθα ξένη αρκετά συχνά, κάποιες φορές ακόμα κι ανεπιθύμητη. Ο πατέρας μου ήθελε αγόρι να είναι το πρώτο του παιδί και δεν δοκίμαζε ούτε καν να το κρύψει. Η μητέρα μου πάλι είχε μια έκδηλη αδυναμία προς τη μικρότερη αδερφή μου και ούτε κι εκείνη μπορούσε να το κρύψει.

Σαν παιδί παρέες δεν είχα. Με ύψος 1.80μ. από την έκτη του δημοτικού, λίγα κιλάκια παραπάνω για να μην αισθάνομαι ενοχές που ..."τα παιδάκια στην Αιθιοπία πεινάνε" και άριστες επιδόσεις στα μαθήματα, δεν ήμουν και η δημοφιλέστερη. Το αντίθετο μάλλον συνέβαινε... Έτσι, ακόμα και οι λίγες φίλες που είχα, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, με έκαναν παρέα για να μπορούν να αντιγράφουν σε κάποιο διαγώνισμα ή να λύνουν δίχως κόπο κάποια άσκηση που πιθανόν τις δυσκόλευε.

Η ανάγκη μου για ανθρώπινη επαφή όμως υπήρχε. Η ανάγκη για αγάπη, αποδοχή, συμπάθεια πραγματική και όχι από συμφέρον, δεν έπαυε να υπάρχει και συχνά να με τυραννάει. Κι όλο κλεινόμουν στον μικρόκοσμο του εαυτού μου με μόνη μου διέξοδο την ενασχόλησή μου για αρκετά χρόνια με το στίβο.

Το όνειρο που εκείνη την εποχή είχα αφορούσε τον αθλητισμό. Έπειτα από πολλή δουλειά και σκληρή προσπάθεια είχα καταφέρει να συναγωνίζομαι άτομα που ο πρωταθλητισμός ήταν η ζωή τους. Τι πιο φυσικό λοιπόν για μένα από το να επιλέξω ως επάγγελμα εκείνο της γυμνάστριας. Δυστυχώς ακόμα κι εδώ η τύχη δεν ήταν με το μέρος μου.

Στην πενταήμερη ήμουν, στην πρώτη μου νύχτα στη Θεσσαλονίκη, όταν έπαθα ρήξη συνδέσμου στον αστράγαλο. Οι πόνοι αφόρητοι μα άντεξα μια ολόκληρη νύχτα προκειμένου να μη χαλάσω τη βραδιά των υπολοίπων. Το επόμενο πρωί επισκέφθηκα ένα ιδιωτικό ορθοπεδικό ιατρείο και, αφού με εξέτασε ο γιατρός, μου συνέστησε "ειδική αγωγή" για την κατάστασή μου και με παρέπεμψε να επισκεφθώ το δικό μου γιατρό στην Κρήτη αν ο πόνος επέμενε έπειτα από την ολοκλήρωσή της. Όταν αργότερα χρειάστηκε να με δει ο γιατρός μου πληροφορήθηκα πως δεν είχα πάρει τη σωστή αγωγή, καθώς η διάγνωση είχε γίνει με μια απλή ψηλάφιση της τραυματισμένης περιοχής. Με λίγα λόγια, θα έπρεπε να έχω βάλει γύψο από την πρώτη στιγμή και όχι να περπατάω ελεύθερα με τη βοήθεια των ισχυρών παυσίπονων. Τρεις μήνες αργότερα έδωσα εξετάσεις δίχως αποτέλεσμα μιας και το πόδι μου εξακολουθούσε να είναι ασταθές.

Την ίδια περίπου εποχή τόλμησα να ερωτευθώ, να πληγωθώ κι έπειτα να δοκιμάσω ξανά με κάποιον που έδειχνε να ενδιαφέρεται για εμένα κι όχι για τους βαθμούς που έφερνα στο σχολείο. Το αίσθημα της αποδοχής, της επιβεβαίωσης, τα όνειρα για ένα αύριο με αγάπη, ίσως και μια οικογένεια, με έφεραν πολύ γρήγορα στα σκαλιά της εκκλησίας, ντυμένη νυφούλα. Ήμουν εικοσιενός χρονών.

Παρέμεινα παντρεμένη εννιά χρόνια, στο διάστημα των οποίων απέκτησα παιδιά αλλά και πολλές άσχημες εμπειρίες μέσα στις οποίες υπήρχε η επαναλαμβανόμενη απιστία, το κοινώς λεγόμενο "κέρατο", αλλά και οι συχνοί και έντονοι καβγάδες οι οποίοι συνήθως κατέληγαν σε έντονες βιαιοπραγίες εις βάρος μου.

Έζησα πολλά χρόνια ρίχνοντας όλες τις ευθύνες πάνω μου για τα όσα ζούσα. Πίστευα πως ήμουν άσχημη, ανίκανη, ανάξια και πως άξιζα κάθε τιμωρία από τον τότε "σύντροφό" μου.

Για χάρη της οικογένειας, για χάρη των παιδιών, αλλά και γιατί φοβόμουν πως δε θα είχα τις δυνάμεις να ανταπεξέλθω σε ένα διαζύγιο ή στα ..."λόγια του κόσμου", έμενα εγκλωβισμένη σε ένα γάμο που με ωθούσε ολοένα και περισσότερο στο σκοτάδι.

Κατέληξα να παίρνω αντικαταθλιπτικά για να ηρεμώ και να μην έχω ασταμάτητους πονοκεφάλους για μέρες. Τα "λίγα κιλά παραπάνω" έγιναν υπερβολικά πολλά και έπαψα να ενδιαφέρομαι για τον εαυτό μου. Αφέθηκα στο αδιέξοδό μου και έμεινα εκεί. Για πολύ καιρό...

Και καθώς ο χρόνος περνούσε θέλησα, ενοχοποιώντας ακόμα μια φορά τον εαυτό μου, να κάνω κάτι για να "σώσω" το γάμο μου. Αποφάσισα να αλλάξω! Εμφάνιση κυρίως αλλά και συμπεριφορά. Ήθελα να πιστεύω πως θα μπορούσα να ξανακερδίσω τη ζωή μου και να έχω μια οικογένεια φυσιολογική. Και τα κατάφερα, μέχρι ενός σημείου τουλάχιστον...

Κατάφερα να αδυνατίσω, άλλαξα τρόπο ντυσίματος, απέκτησα αυτοπεποίθηση και μαζί με όλα αυτά μερικούς ακόμα μώλωπες καθώς ως "χοντρή" ήμουν "αηδιαστική" και ως αδύνατη ήμουν η "τσούλα", η "πουτανά" και μερικά ακόμα καλολογικά επίθετα που καλό θα ήταν να μην αναφέρω.

Κάπου εκεί ξεχείλισσε το ποτήρι μου και αποφάσισα πως όλα ήταν ανώφελα εξ' αρχής. Δεν υπήρχε αγάπη, ποτέ δεν υπήρξε. Άδικα όλα, εκτός ίσως από το ότι με όλα όσα έζησα απέκτησα δυνάμεις, ατσαλώθηκα με κάθε δυνατό τρόπο. Και πάλι όμως δεν έφυγα...

Το διαζύγιο ήρθε λίγο αργότερα, επιλογή όχι δική μου αρχικά καθώς δεν ήμουν εγώ εκείνη που εγκατέλειψα τη "συζυγική στέγη". Λίγες μέρες πριν κλείσουν τα σχολεία ήταν θυμάμαι όταν έλαβε χώρα ένας ακόμα καβγάς, περισσότερο βίαιος από ποτέ, η πόρτα άνοιξε κι έμεινα μόνη με τα παιδιά μου. Αυτή τη φορά όμως δε σκέφτηκα τίποτα, ξεκίνησα τις διαδικασίες του διαζυγίου, άλλαξα σπίτι, αν και είχα κάθε δικαίωμα να μείνω στο μέχρι τότε σπίτι μου, δούλεψα σαν το σκυλί - ίσως και περισσότερο κάποιες φορές - και τα κατάφερα.

Βοήθεια ακόμα και σήμερα δεν έχω από κανένα. Ο πρώην μου αρνείται να καταβάλλει το ποσό των 400€ το μήνα για τη διατροφή των παιδιών και η οικογένειά μου δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να με στηρίξει οπότε όλα είναι υπό την ευθύνη μου. Προβλήματα κατά καιρούς έχω ακόμα μαζί του αλλά πλέον πατάω στα πόδια μου και ξέρω με ποιον τρόπο να τον αντιμετωπίσω. Ακόμα όμως κι όταν χρειάστηκα βοήθεια, στα πρώτα μου τότε βήματα προς την ανεξαρτησία, την αρνήθηκα πεισματικά από όποιον κι αν προερχόταν. Ήθελα να μάθω να "κολυμπάω" στα βαθιά, στη φουρτούνα, κι όχι να πιαστώ από ένα "σωσίβιο" που ίσως κάποτε χανόταν από τη ζωή μου. Και έμαθα...

Μόνιμη δουλειά δεν έχω, λίγο από τουρισμό το καλοκαίρι παράλληλα με τριήμερα σε ένα κέντρο διασκέδασης. Όσο για το χειμώνα, ταμείο ανεργίας παράλληλα με τα προαναφερθέντα τριήμερα. Δύσκολα τα πράγματα αλλά δεν παραπονιέμαι καθώς τα καταφέρνω καλύτερα από πολλούς άλλους που μόνη τους ευθύνη είναι ο εαυτός τους.

Το μέλλον μου δε γνωρίζω ποιο θα είναι. Ποιος μπορεί να πει πως γνωρίζει κάτι τέτοιο; Ίσως κάπου στην πορεία της ζωής μου να στραβώσουν όλα και να μη μπορώ να ανταπεξέλθω πλέον, ίσως πάλι και όχι. Ίσως έρθει μια μέρα που θα νιώσω πως "όσα κι αν πέρασα χαλάλι" μπροστά στην ευτυχία που θα μπορώ πλέον να αισθάνομαι. Κι ίσως στεγνώσουν τα δάκρυα που ταλαιπωρούν τα μάτια μου. Ίσως...

Ένα όνειρο έχω πια, λίγο ρομαντικό - εως πολύ θα έλεγαν κάποιοι - μα αυτό είναι κι εύχομαι να έχω την ευκαιρία να δοκιμάσω να το πραγματοποιήσω. Ένα σπιτάκι, να βλέπει θάλασσα, κι έναν κήπο γεμάτο λουλούδια, λεμονιές και γιασεμιά, κι όλα του κόσμου τα μυρωδικά... Και στο πλάι μου εκείνον, τον άνθρωπο που στο δρόμο μου βρέθηκε και έδωσε πραγματικό νόημα στη ζωή μου. Να τον αγαπάω και να μ' αγαπάει, να τον φροντίζω, να τον βοηθάω σε ότι χρειάζεται, να νοιάζεται για μένα όσο εγώ για εκείνον. Να ζήσω μαζί του στο δικό μας Παράδεισο, έναν Παράδεισο επί γης, πραγματικό, όχι ιδεατό.

Όνειρα...
Αδύνατο να ζούμε δίχως αυτά. Κι ας το κάνουμε από ανάγκη πολλές φορές. Δε ζούμε πραγματικά, όχι, απλά υπάρχουμε σαν σκιές και χανόμαστε κάθε που πέφτει το σκοτάδι...

Τι μ' έπιασε θα μου πείτε και σας τα λέω όλα αυτά;
Είχα ανάγκη να μιλήσω, να πω αυτά που μπορώ τώρα που μπορώ. Λάθη έχω κάνει πολλά, κάποια τα πληρώνω ήδη, κάποια άλλα θα τα πληρώσω στην πορεία και ίσως να υπάρχουν μερικά που θα τα πληρώνω για το υπόλοιπο της ζωής μου. Ίσως όμως κάποιος άνθρωπος, που σε παρόμοια μ' εμένα βρίσκεται θέση, να διαβάσει αυτήν εδώ την ιστορία και να πάρει στα χέρια του τη ζωή του. Να ζήσει όπως του πρέπει κι όχι όπως οι άλλοι ορίζουν.

Μίκρη η ζωή, τόση όσο ένα όνειρο... Και σε κανέναν δεν αξίζει να τη ζει υπό το καθεστώς οποιασδήποτε βίας, σωματικής ή ψυχολογικής, ή και των δύο αρκετά συχνά. Αξίζει να τη ζούμε όπως ακριβώς είναι. Ένα Όνειρο! Το μεγαλύτερο όλων...

Κι όπως κάποτε έγραψα...

"Μοίρα μου είσαι,
εγώ σε ορίζω,
ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΧΝΩ!"



ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΜΠΡΟΣ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΑΣ ΑΚΟΥΜΠΩ...

Οι σκέψεις γίνονται λέξεις και ξεχύνονται σαν άγρια άλογα που ελεύθερα καλπάζουν σε καταπράσινα λιβάδια...
Θεατής, ανήμπορος να τα ελέγξω, εγώ...
Το ποδοβολητό τους αισθάνομαι στο στήθος μου μέσα κάθε φορά που μια γραφή ολοκληρώνεται...
Παίρνει ζωή, οργανισμός αυτόνομος, μοναδικός...
Αναμνήσεις ενός μελλοντικού ονείρου...
Ξεκομμένο από κάθε παρελθόν ή παρόν...
Ικανό να προσφέρει τον Παράδεισο μέσα από της Κόλασης τις φλόγες...
Την ψυχή μου μπρος στα μάτια σας ακουμπώ...
Απόψε...

Page copy protected against web site content infringement by Copyscape
Blog Widget by LinkWithin