Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

Συντρίμμια αναμνήσεις...


Τα μάτια έχεις ανοιχτά, πονάς κι όλο δακρύζεις,
κοιτάς τριγύρω βιαστικά, τη μοίρα δεν ορίζεις...

Κάθε στιγμή μοιάζει κι αυτή με όνειρο φευγάτο,
τη μια πετάς στον ουρανό, την άλλη (εί)σαι στον πάτο...

Κι αν σε παλάτια γύρεψες ζωή για να τη ζήσεις
στην άμμο πάνω τα 'χτιζες, συντρίμμια αναμνήσεις...

Συντρίμμια αναμνήσεις...

Τώρα παλεύεις να σταθείς σε δανεικές αγάπες,
του ονείρου σου τροφή ξανά, αλήθειας αυταπάτες...

Κι αν σε παλάτια γύρεψες ζωή για να τη ζήσεις
στην άμμο πάνω έχτιζες, συντρίμμια αναμνήσεις...

Συντρίμμια αναμνήσεις...

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2009

Καρδιά μου πονάς...



Στίχοι: Κυβερνητάκη Μαρία
Μουσική: Θεόδωρος Σαββίδης

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

Broken


I wanted you to know
That I love the way you laugh
I wanna hold you high and steal your pain …away
I keep your photograph
And I know it serves me well
I wanna hold you high and steal your pain

cause I'm broken when I'm lonesome
And I don't feel right when you're gone away

You've gone away
You don't feel me here....anymore

The worst is over now
And we can breathe again
I wanna hold you high, you steal my pain away
There's so much left to learn
And no one left to fight
I wanna hold you high and steal your pain

cause I'm broken when I'm open
And I don't feel like I am strong enough
cause I'm broken when I'm lonesome
And I don't feel right when you're gone away

cause I'm broken when I'm open
And I don't feel like I am strong enough
cause I'm broken when I'm lonesome
And I don't feel right when you're gone away

cause I'm broken when I'm lonesome
And I don't feel right when you're gone ...away

You're gone away
You don't feel me here....anymore

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Παγκόσμια ημέρα ενάντια στην παιδική κακοποίηση - "...Για ένα σου χαμόγελο"


Με αφορμή τη σημερινή μέρα σκέφτηκα να σας ενημερώσω για μια προσπάθεια άξια συγχαρητηρίων...

22 ποιητές του kithara.gr με 46 ποιήματα, 4 μουσικοσυνθέτες με 6 μουσικά θέματα και 4 εικονογράφοι του Μικρού Πολυτεχνείου, δημιούργησαν μια νέα μορφή κοινωφελούς συλλογικής προσφοράς. Δημιούργησαν το πρώτο ψηφιακό βιβλίο, που προσδίδει στο διαδίκτυο μια διαφορετική χροιά. Το σύνολο των εσόδων από τις πωλήσεις του ‘’…για ένα σου ΧΑΜΟΓΕΛΟ!’’ ενισχύει οικονομικά τον Οργανισμό ‘’Το ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ’’ Το βιβλίο προλογίζει ο ποιητής και συγγραφέας Νικόλας Κολοκοτρώνης. Οι ποιητές, ειναι μέλη του διαδικτυακού χώρου kithara.gr. Η εικονογράφηση του, έγινε από τον κο. Νίκο Ρεπούλιο και το ‘’Μικρό Πολυτεχνείο’’ Η μουσική του επένδυση, ανήκει τους: Βάγια Παπαποστόλου, Σπύρο Λαμπρινόπουλο, Παναγιώτη Βούλγαρη και Κώστα Λαμπρίδη. Η ηλεκτρονική επεξεργασία έγινε μέσω της εφαρμογής e-na. Αποκτήστε το, υιοθετώντας την προσπάθεια. Τα έσοδα απο τις πωλήσεις του βιβλίου παραχωρούνται στο "Χαμόγελο του παιδιού".

Το βιβλίο διατείθεται στην τιμή των 10€ και μπορεί να γίνει δικό σας μέσω του παρακάτω συνδέσμου:

"...Για ένα σου χαμόγελο!"


Τα ονόματα των ποιητών που συμμετείχαν στην προσπάθεια είναι (με αλφαβητική σειρά):

Αργέντη Κατερίνα

Γράμψας Παναγιώτης

Θωμάς Μιχαήλ

Κανλής Γιώργος

Καραγιάννης Ανδρέας

Coletti Θεοχάρης - Αλέξανδρος

Κολοκοτρώνης Νικόλας

Κουρού Στέργιος

Κυβερνητάκη Μαρία

Λαγός Λάμπρος

Λαζανάς Μιχάλης

Λαφαζανίδης Αθανάσιος

Μακρή Α. Φωτεινή

Μαρούλης Αυγουστής

Μήσιας Σεραφείμ

Ντεβεντζή Μαργαρίτα

Νώτη Γεωργία

Ξαναλάτου Κατερίνα

Παπαποστόλου Βάγια

Πουλημενάκος Βασίλης

Τουσισόγλου - Αρετάκης Γεώργιος

Χαρκιολάκης Γιάννης

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2009

Μου λείπεις τόσο...



Μου λείπεις τόσο...
Πάνε δυο βράδια που δεν είσαι πια εδώ...
Άδειο το σπίτι
κι εγώ μονάχη αναμνήσεις να μετρώ...

Μου λείπεις τόσο...
Να στο φωνάξω θέλω, πάλι να στο πω...
Έφυγες κι όμως
όπου κι αν είσαι εγώ ακόμα σε ζητώ...

Γύρνα πίσω...
Σε λάτρεψα,
πιο πάνω απ' τον καθένα...
Φως μου όλα,
όλα σου τα 'δωσα...
δεν κράτησα για μένα...
Κι όμως φεύγεις
και χάνεσαι,
μονάχη μου μ' αφήνεις να πονώ...

Μου λείπεις τόσο...
Και πως ν' αντέξω μακριά σου να κοιτώ
της νύχτας τ' άστρα,
δίχως μια λέξη, δίχως ένα "σ' αγαπώ"...

Μου λείπεις τόσο...
Άλλη πνοή δεν έχω μέσα μου να ζω...
Μονάχα ελπίζω
πως θα γυρίσεις αγκαλιά να σε κρατώ...

Γύρνα πίσω...
Σε λάτρεψα,
πιο πάνω απ' τον καθένα...
Φως μου όλα,
όλα σου τα 'δωσα...
δεν κράτησα για μένα...
Κι όμως φεύγεις
και χάνεσαι,
μονάχη μου μ' αφήνεις να πονώ...

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Ζω...


Αγκαλιά μ' ένα στίχο...
συντροφιά με δυο λέξεις...
στα σκοτάδια μιας σκέψης...
στου ονείρου τον ήχο...

Δεν ξεχνώ...
δε θυμάμαι...
μόνο ζω...
κι ας πεθαίνω...

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

Ψάχνοντας σπίτι...






Η σκυλίτσα μου, η "Μπέμπα", έγινε μάνα. Έφερε στον κόσμο 6 πανέμορφα κουταβάκια πριν από δυο μήνες. Τώρα ήρθε η ώρα να τους βρούμε σπίτια που να τ' αγαπάνε όσο κι εμείς αγαπάμε τη μανούλα τους...

Ενδιαφέρεστε;

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2009

Ανοίχτε τα τρελάδικα...



Βαρέθηκα, κουράστηκα και πόνεσα,
τα νιάτα μου στη λογική τα ξόδεψα...

Βαρέθηκα, κουράστηκα κι αηδίασα,
τα νιάτα μου στη λογική θυσίασα...

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009

Εγώ τραγούδαγα τα βράδια στα σκυλάδικα...



Εγώ τραγούδαγα τα βράδια στα σκυλάδικα
σ' ένα χαμόγελο κρυμμένη και πουλούσα
μια καρδιά μικρού παιδιού και άδικα
μες στα σκοτάδια λίγο Φως αναζητούσα...

Μικρός ο κόσμος μου, στα μέτρα μου, ασήμαντος,
πώς να γεννήσει η μιζέρια ένα θαύμα,
μια λεπτομέρεια μονάχα εγώ του σύμπαντος,
μια υποχρέωση η ζωή μου κι ένα τάμα...

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2009

Καλό σου ταξίδι φίλε μου...

































Χθες αποχαιρέτησα ένα φίλο...ένα φίλο που είχα συναντήσει μονάχα μία φορά και όμως έτσι τον φέρνω στο μυαλό μου. Θα αναρωτηθείς τώρα...ίσως και να γελάσεις...που ως φίλο τον αναφέρω, όμως...όμως πως λες έναν άνθρωπο που έχεις εκτιμήσει; Πως λες έναν άνθρωπο που έκανε το κόσμο καλύτερο;...έναν άνθρωπο που πάλευε να γίνει καλύτερος...για εκείνον αλλά και για τους γύρω του. Έναν άνθρωπο που είχε τόσα να πει και που τα λόγια του χάιδευαν τις ψυχές τόσων ανθρώπων. Έναν άνθρωπο με τον οποίο μοιράστηκες ίδιες αγωνίες και όμοιους προβληματισμούς, όπου το ίδιο φως έδινε ζωή στα όνειρα σας και το ίδιο σκοτάδι σμίλεψε τους εφιάλτες σας. Αν έτσι το θέλεις, γέλασε μαζί μου...δεν πειράζει...εγώ ως φίλο θα τον προσφωνώ.

Και όμως καθώς τον αποχαιρετούσα δεν ήταν μονάχα πόνος που την ψυχή μου αγκάλιασε...δεν ήταν μονάχα θλίψη...συνοδοιπόρος τους ήρθε και ένα μεγάλο ερωτηματικό...ένα ερωτηματικό που συχνά με επισκέπτεται...σε στιγμές μικρές και σκοτεινές κάνει συνήθως την εμφάνισή του...ξέρεις νομίζω σε ποιες αναφέρομαι...στιγμές όπου όλα γύρω σου μοιάζουν με δεσμά...στιγμές που νοιώθεις να πνίγεσαι από την ίδια σου την ανάσα.

Αλλά εκείνη δεν ήταν μία από αυτές...και όμως να που αυτό επέλεξε να είναι εκεί. Βλέπεις καμιά φορά οι σκέψεις μας δεν είναι δικές μας...όχι αποκλειστικά. Καμιά φορά θέλεις να γίνεις κάποιος άλλος...να σκεφτείς όλα αυτά που εσένα απασχολούνε σαν να αφορούν κάποιον άλλο...έστω για λίγο..ίσως με την ελπίδα ότι καινούργια γνώση θα πάρεις...ίσως γιατί έτσι ο κόσμος μπορεί να γίνει για λίγο πιο φιλόξενος...ή ίσως απλά για να αποδράσεις για λίγο από τον εαυτό σου.

Όποιος και να ήταν ο λόγος μέσα στη γαλήνη της θλίψης εκείνης της στιγμής...μία απορία μοιράστηκα με τον φίλο μου καθώς τον αποχαιρετούσα. Τελικά βέβαια δεν ξέρω να σου πω αν ήταν δική μου ή δική του... όμως ένα είναι σίγουρο...τη μοιραστήκαμε...πιθανόν μόνο μέσα στο μικρόκοσμο του μυαλού μου...αλλά τη μοιραστήκαμε.

Άραγε...άραγε καλέ μου φίλε πρόλαβες να γίνεις ο άντρας που ήθελες να γίνεις; ...ο άνθρωπος που ήθελες να γίνεις; Βλέπεις όλοι όταν ξεκινάμε έχουμε όνειρα, πλέκουμε παραμύθια, προβάλουμε στο μυαλό μας εικόνες...για τον άνθρωπο στον οποίο θέλουμε να εξελιχθούμε. Όταν είσαι πολύ νέος μοιάζει τόσο αληθινό...τόσο εύκολο...που μπορείς να απλώσεις το χέρι και να το αγγίξεις. Δεν είναι κάτι στο οποίο ελπίζεις, είναι μία απόλυτη αλήθεια που απλά δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί...είναι η ανατολή που ξέρεις πως θα έρθει στο τέλος της νύχτας...είναι το λιμάνι που ξέρεις πως υπάρχει μετά την ατέλειωτη θάλασσα...είναι σα το σύννεφο που ξέρεις ότι βροχή θα καταλήξει.

Και μετά...μετά μεγαλώνεις...και καθώς μεγαλώνεις, κάπου στην πορεία, σταματάς να πιστεύεις στις απόλυτες αλήθειες...μαθαίνεις ότι ο ήλιος δεν ανατέλλει πάντα την επόμενη μέρα...τουλάχιστον όχι παντού, μαθαίνεις ότι τα λιμάνια μπορεί να είναι πάντα στο ίδιο σημείο αλλά τα πλοία δεν φτάνουν πάντα στα λιμάνια για τα οποία ξεκίνησαν...καμιά φορά δεν φτάνουν σε κανένα, μαθαίνεις ότι όλα τα σύννεφα δεν γίνονται βροχή...κάποια, προδομένα από τις δυνάμεις τους, απλά χάνονται στον αέρα καθώς γίνονται μέρος του.

Συνέχεια μαθαίνεις...όλο και κάτι καινούριο....και όσο μαθαίνεις, τα όνειρα που κάποτε είχες μοιάζουν με αβάσταχτο βάρος, τα παραμύθια σου πλέον γίνονται παιδικές ανοησίες και οι εικόνες σου ξεθωριάζουν κάτω από το αδυσώπητο φως της πραγματικότητας. Και ο άνθρωπος αυτός... ο άνθρωπος στον οποίο είχες στηρίξει όλη σου τη ζωή...που ήθελες να έχεις...γίνεται το εμπόδιο... γίνεται ο πολέμιος της ζωής που “πρέπει” να έχεις.

Κι έτσι σιγά σιγά...λέξη τη λέξη από τους γονείς...που να σε προστατέψουν επιθυμούν, συμβουλή τη συμβουλή από τους “δασκάλους” σου...που το μέλλον σου θέλουν να εξασφαλίσουν, αδικία την αδικία από τους ιθύνοντες...που ένα κράτους πρόνοιας και δικαίου θέλουν λέει να σου προσφέρουν... μεταμορφώνεσαι...μέρα τη μέρα σε κάτι άλλο μεταμορφώνεσαι, σε κάτι άγνωστο, σε κάτι που όλο το είναι σου μερικές φορές επαναστατεί... παιδικές ανοησίες στο έχουν βαφτίσει... σε κάτι που όμως, θα σου δώσει τη ζωή που “αξίζεις”... τη ζωή που σου είπαν ότι “πρέπει” να έχεις.

Και αυτή είναι η ζωή που ακολουθείς για πολλά χρόνια... οι περισσότεροι για πάντα. Και έτσι καταλήγεις να γίνεις κάποιος...κάτι ίσως, μια και τόσο ξένο πολλές φορές σου μοιάζει... που τίποτα δεν έχει να κάνει με εκείνο τον άνθρωπο που κάποτε αποτελούσε τη σταθερά γύρω από την οποία θα χτιζόταν η ζωή σου.

Όμως, όπως σε όλα άλλωστε, έτσι και εδώ υπάρχουν εξαιρέσεις... μη φανταστείς ότι είναι πολλές... ελάχιστες, ίσα-ίσα για να επιβεβαιωθεί ο μαθηματικός τους κανόνας... όμως υπάρχουν. Υπάρχουν αυτοί που κάποια στιγμή στη πορεία... στη πορεία της ζωής των πρέπει...τα θέλω τους επαναστατούν... οι παιδικές ανοησίες αρχίζουν να παίρνουν και πάλι ζωή και πλέον δεν μοιάζουν τόσο ανόητες... δεν μοιάζουν καν παιδικές.

Εκείνος ο άνθρωπος από την παιδική τους ηλικία, παρότι εντελώς άγνωστος πια, μοιάζει τόσο οικείος...τόσο αληθινός μέσα στην ψεύτικη ζωή τους που πλέον η εξέλιξη προς αυτόν είναι μονόδρομος... μονόδρομος για να σωθείς... για να ζήσεις... για να μπορείς απλά να αναπνεύσεις.

Και τότε είναι που τη προσπάθεια αρχίζεις... τον αγώνα... τη μάχη. Ναι καλά το λέω...μάχη...μοιάζουν τα θέλω με τα πρέπει να είχαν μπει τόσα χρόνια σε μία δίνη πανίσχυρη και εσύ τώρα πρέπει να τα ξεχωρίσεις... μοιάζει με δύο ανθρώπους που αντιπαλεύουν.. που χορεύουν υπνοτισμένοι σε ένα πολεμικό ρυθμό. Ο ένας για να μη πεθάνει και ο άλλος για να γεννηθεί.

Και εσύ φίλε μου όταν σε γνώρισα την είχες αρχίσει αυτή σου τη μάχη... ήσουν μία εξαίρεση σε αυτόν τον κόσμο των πρέπει... την είδα...ένα μικρό κομμάτι της...αλλά την είδα...αναγνώρισα τις πληγές σου....τα τραύματά σου...τις ήττες σου...μοιάζανε τόσο πολύ με τις δικές μου.

Και όμως χθες σε αποχαιρέτησα, σου ευχήθηκα καλό ταξίδι και ίσως με αυτό μου το κείμενο ένα ταπεινό και εύθραυστο μνημείο από μελάνι και χαρτί έστησα στο χρόνο...ως ανάμνηση της μάχης που μαρτύρησα. Όμως φίλε μου... Γιώργο μου... για ποιον ετούτο το μνημείο άραγε είναι; Για τον άνθρωπο που πέθαινε ή για εκείνον που γεννιόταν; Μπορεί να μην έχει σημασία πλέον... μάλλον δεν έχει...δεν ξέρω. Όπως και να έχει όμως ας μείνει ένα αναμνηστικό της απορίας που μοιραστήκαμε εκείνη τη μέρα...άραγε πρόλαβες; ...άραγε τα κατάφερες; ...άραγε εγώ θα προλάβω; ...άραγε εγώ θα τα καταφέρω;

Καλό σου ταξίδι φίλε μου...υπήρξες έμπνευση!!

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

Μεγάλη ανάγκη για αίμα!!!

Παρακαλώ όποιον μπορεί να βοηθήσει δίνοντας αίμα, ανεξαρτήτου ομάδας, για ένα παληκάρι που εδώ και ένα μήνα βρίσκεται στην εντατική, έπειτα από αυτοκινητιστικό, παλεύοντας για τη ζωή του!

Τα στοιχεία είναι:

Γεώργιος Αλεξόπουλος του Κων/νου,
ΜΕΘ2,
Ευαγγελισμός.

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2009

Cretan Mojito (ή CaipiRaki)!

Raki Connecting People!

Σας παρουσιάζω την κρητική παραλλαγή του δημοφιλέστατου πλέον Mojito!

Υλικά:

2 μεζούρες Ρακί

1 λάιμ κομμένο σε έξι κομμάτια

1-2 κουτ. σούπας μαύρη ζάχαρη

Φυλλαράκια δυόσμου ή/και μέντας (8-12)(χωρίς δυόσμο/μέντα για το CaipiRaki)

Θρυμματισμένο πάγο

Εκτέλεση:

Βάλτε τη μέντα και τη μαύρη ζάχαρη σε ποτήρι highball -ψηλό-(χαμηλό ποτήρι -oldfashioned- για CaipiRaki). Στάξτε λίγο Ρακί και "ζουπήξτε" τα φύλλα δυόσμου, ώστε να βγάλουν το χυμό τους και να λιώσει η ζάχαρη καθώς τα πατάτε με ένα ξύλινο γουδοχέρι. Προσθέστε αρκετό πάγο, το Ρακί και τον χυμό λάιμ. Συμπληρώστε με σόδα. Γαρνίρετε με μια φέτα λάιμ.

Θα την απολαύσετε όσο και το αυθεντικό Mojito δίχως όμως να ξοδευτείτε!!!

**Η συνταγή του Cretan Mojito (ή CaipiRaki, για όσους δεν χρησιμοποιήσουν δυόσμο/μέντα) υπήρξε έμπνευση της Κυβερνητάκη Μαρίας, κατά τη διάρκεια της εργασίας της στο beach bar του "Alexander Beach Hotel", στην Κρήτη, το καλοκαιράκι του 2009**

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

Για σένα φίλε...



Νύχτα μονάχη, σκοτεινή, τους δρόμους πήρες
καβάλα στ' Άστρο σου, του Ονείρου κυνηγός,
τσιγάρο είχες συντροφιά και μια δυο μπύρες
την ώρα εκείνη που σε ζήλεψ' ο Θεός...

Όλη η Ζωή μπρος απ' τα μάτια σου περνάει,
στιγμές με γέλια μα και δάκρυα καυτά,
κι είναι το μόνο που εδώ πέρα σε κρατάει,
πως όσα πέρασες δεν ήταν αρκετά...

Τώρα Αγγέλοι ψιθυρίζουν, νύχτα μέρα,
"Σήκω Αετέ, άνοιξε πάλι τα φτερά!
Τί κι αν σε λάβωσε του κόσμου τους η σφαίρα,
ο γαλανός ο Ουρανός σε καρτερά!"

Κι είν' όλη η δύναμη στα λόγια τους κρυμένη,
ποτάμια δάκρυα, που μέσα τους φυλούν,
ελπίδα γίνονται, μια φλόγα αναμένη,
στο μονοπάτι της Ζωής να σε κρατούν...

Νύχτα μονάχη, σκοτεινή, τους δρόμους πήρες
καβάλα στ' Άστρο σου, του Ονείρου κυνηγός,
Αγγέλους έχεις συντροφιά, φίλους και φίλες,
κι είν' η Αγάπη τους για σένα οδηγός...


**Αφιερωμένο στο Γιώργο, που παλεύει για τη Ζωή, και σε όλους όσους βρίσκονται στο πλευρό του**

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2009

Γιάννης Καράμαλης - Αγάπη δανεική...

Τον γνώρισα στο κέντρο διασκέδασης όπου εργάζομαι τα τελευταία τρία χρόνια.
Εκείνος στην πίστα, ερμηνευτής από τους πολλά υποσχόμενους κατά τη γνώμη μου, εγώ ανάμεσα στα τραπέζια, σερβιτόρα.

Αμέτρητες οι νύχτες που, θαμώνες και εργαζόμενοι, απολαύσαμε τη φωνή του, ταξιδέψαμε μαζί του, τον χειροκροτήσαμε, ζητήσαμε ένα τραγούδι ακόμα πριν ακούσουμε εκείνο το "Καλή σας ημέρα!", την ώρα που το πρόγραμμα έκλεινε...

Και τώρα ήρθε η ωρά να μας προσφέρει ένα τραγούδι ακόμα, όχι δανεικό αυτή τη φορά...


Ο Γιάννης μας λοιπόν...
Απόψε..
Εδώ...
Σ' ένα ταξίδι ακόμα...
Με τα δικά του φτερά...
Σ' ένα δικό του ουρανό...

Εύχομαι να είναι πάντα ξάστερος Γιαννιώ...
Επιτυχίες...

Πάντα!!!


Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

"Καρδιά μου πονάς..." Η πρώτη μελοποίηση στίχων μου...


Παρά τα όσα ιδιαίτερα ψυχοφθόρα είμαι αναγκασμένη, εκ των πραγμάτων, να αντιμετωπίζω τον τελευταίο καιρό, δε μπορώ να μην είμαι πολύ χαρούμενη που κάποιοι από τους στίχους μου έτυχαν της τιμής να αποκτήσουν μουσική...

Η μελοποίηση έγινε από τον πολύ καλό φίλο μου armagedon, μέλος του μουσικού διαδικτυακού χώρου "Το Στέκι των Κιθαρωδών", χρησιμοποιώντας τους στίχους που αρχικά είχε το "Καρδιά μου υποφέρεις...".

Φίλε Άκη σ' ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου για την πρωτοβουλία σου αυτή. Η μουσική σου άγγιξε τα πιο βαθιά μου συναισθήματα. Είναι λες και αισθάνθηκες όσα ένιωθα την ώρα εκείνη που η ψυχή γινόταν μελάνι πάνω στο χάρτι. Εύχομαι το αποτέλεσμα της συνεργασίας μας αυτής να αρέσει και σε άλλους τόσο όσο άρεσε και σ' εμάς!

Το τραγούδι αυτό, όπως και οτιδήποτε άλλο έχω γράψει τα δύο τελευταία χρόνια είναι αφιερωμένο, χαρισμένο, δοσμένο, στον Ουρανό που Αγάπησα, σ' Εκείνον που Λατρεύω!!!



"Καρδιά μου πονάς..."

Καρδιά μου πονάς...
"Ψυχή μου...", ρωτάς,
"...που να 'ναι Εκείνος
που τόσο αγαπάς;"

Της νύχτας σκοτάδι
κι απόψε φοράς...
Με δάκρυ και αίμα
ξανά με μεθάς...

Ονείρων παλάτια
κι Ελπίδες κομμάτια...
"Πως μου 'λειψαν Θέ' μου
τα δυο σου τα μάτια!"...

Πικρή σιγαλιά
και άδεια αγκαλιά...
"Να νιώσω πως θέλω
δικά σου φιλιά!"...



**Στίχοι: Μαρία Κ. (mantinada)/ Μουσική - Ενορχήστρωση - Ερμηνεία: Άκης (armagedon)**

Πέμπτη 21 Μαΐου 2009

Η μουσική στο αύριο...



Η μουσική στο αύριο,
η θλιψη στο παρον,
λεξεις ρυθμικα να ηχουν στο κενο,
δενουνε πικροχολα το εγω,
στον κοσμο μας αυτο προσωπα να δω και να τους πω,
πως οτι και αν ενιωσα υπαρχει σαν φυλαχτο για να τους προσεχει.

Κοιτα καθε φορα που βρεχει ουρανια ορμη δακρυων πεφτει,
σπαει κομματια γης,
αφηρημενη τεχνη,
στου λεπτου την σιγη εξασφαλισα του λογου μορφη σε γραφη,
παιρνω πνοη μετα την δυση,
ειναι θεμα ωρων να ερθει η ανατολη.

Παρεμεινα καπου στο μεσο σαν σφυρηλατης
που λακτιζοντας λεξεις, σπαθια στην πυρα,
ψιθυροι κατρακυλουσαν σαν βραχοι απο στοματα ψυχων σε περιεργα μονοπατια.

Ο κοσμος καταληγει σε ενα ομορφο πανηγυρι,
με την χαρα να κακογενναει αληθειες φτωχιες.

Οσα γραφτηκαν και αμεσως μετα σβηστηκαν,
ξυπνανε μαγισες που με τα ακροδαχτυλα κρατανε το φεγγαρι
και εκεινο χορευει σε μια μελωδια μεθης.

Εσχισα τον ουρανο σαν κομματι χαρτι
που ο αφηγητης θελησε να κρατησει κλεισμενο στο συρταρι.
Αφησα την νυχτα να απλωθει,
στο απειρο δεν εφτανε το ματι
γη, νερο και λασπη,
σποροι γιναν βλαστοι,
αναδυονται δαση με σαπιους καρπους.

Ποτε σου μην πιεις το νερο που δινουν στους νεκρους,
γιατι ξεχνας οτι μιλουν με χρησμους
ουτε φωνη, ουτε σιωπη αυτο που ακους.

Μεθυσα γλυκα,
πολυχρωμα τοπια,
νοτες σε αρμονια,
ουρλιαχτα λυκων που κυνηγουν την λεια
την τρομοκρατουν πριν την κατασπαραξουν.

Εκει που η σκεψη δεν βγαινει,
καρε καρε την καρδια μου να βλεπω να μενει χωρις φωνη
η μουσικη παρεμεινε στο αυριο γιατι στο σημερα δεν μπορουσε να ανταποκριθει,
ξηνω πληγες με αφορμη ο πονος να γινει κλαμα και το κλαμα προσευχη.

Στο χασμα που διημιουργείται ενδιαμεσα στην φαντασια και τον νου,
στο απεραντο μπλε του ουρανου,
μισος εξοριστος σε μια σελιδα μισος καπου αλλου...!!!

Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Καρδιά μου υποφέρεις...


Καρδιά μου (υ)ποφέρεις...
"Ψυχή μου...", ρωτάς,
"...που να 'ναι Εκείνος
που τόσ(ο) αγαπάς;"

Της νύχτας σκοτάδι
κι απόψε φοράς...
Με δάκρυ και αίμα
ξανά με μεθάς...

Ονείρων παλάτια
χαμένα στο χθες
κι Ελπίδες κομμάτια,
κρυφές μας πληγές...

Σιωπές που ουρλιάζουν
και άδει(α) αγκαλιά...
"Πως θέλω να νιώσω
δικά σου φιλιά!"...

Καρδιά μου (υ)ποφέρεις...
"Ψυχή μου...", ρωτάς,
"...που να 'ναι Εκείνος
που τόσ(ο) αγαπάς;"

Τετάρτη 6 Μαΐου 2009

Μουσικό blog-ο-παίχνιδο...

Λίγες μέρες πριν με προσκάλεσε σε μουσικό παιχνίδι ο φίλος JK Ο ΣΚΡΟΥΤΖΑΚΟΣ την οποία και δεν αρνήθηκα...

Το πρόβλημά μου είναι πως αν αρχίσω να αναρτώ όσα τραγούδια με αγγίζουν αυτό τον καιρό δε γνωρίζω πόσο χρόνο ή χώρο θα χρειαστεί για να το κάνω. Γι' αυτό και επέλεξα μερικά από αυτά, τα πιο σημαντικά για μένα των τελευταίων δύο χρόνων της ζωής μου...

Λάβετε θέσεις, ξεκινώ...
Καλή σας ακρόαση!

Αυτοβιογραφικό το πρώτο λοιπόν...




Του Ουρανού...



Του Έρωτα...



Του Ονείρου...



Της Προσμονής...



Της Ζωής και της Αλήθειας...



Και για το τέλος ένα τραγούδι που έγραψα εγώ. Δεν έχει ακόμα μουσική αλλά σύντομα θα γίνει κι αυτό χάρη σε κάποιο διαδικτυακό γνωστό μου που προσφέρθηκε να μου κάνει την τιμή να το μελοποιήσει. Όταν με το καλό γίνει θα το ακούσετε κι εσείς...



Η απουσία ...αγιάτρευτη πληγή!

Σε δέσαν' ενοχές του παρελθόντος
σε θάνατου αργόσυρτο ρυθμό
κι αδύνατο φαντάζει να ξεφύγεις,
αφήνεσαι στον άδικο χαμό...

Οι νύχτες σου γεμίσαν εφιάλτες,
σκοτάδι θα σκεπάζει τις στιγμές,
αγάπες, των ονείρων τρομοκράτες,
σε μάθανε να ζεις με εμμονές...

Τώρα ο χρόνος κυνηγά κάθε σου σκέψη,
η απουσία, αγιάτρευτη πληγή,
επιλογές σου που σ' έχουν καταστρέψει
και σ' έθαψαν βαθιά μέσα στη γη...

Κι εμένα, που μαζί σου αργοπεθαίνω,
δε γύρισες να δεις ένα λεπτό,
μ' άφησες, μόνη, εδώ να περιμένω,
σε δάκρυα - πελάγη να βουτώ...

Τώρα ο χρόνος κυνηγά κάθε σου σκέψη,
η απουσία, αγιάτρευτη πληγή,
επιλογές σου που σ' έχουν καταστρέψει
και σ' έθαψαν βαθιά μέσα στη γη...



Αυτά ήταν...
Αν κάποιος από εσάς θέλει να παίξει, ας το κάνει.
Πρόσκληση θα στείλω για την ώρα μόνο στο φίλο μου Black_BattleDragon (γιατί όλοι οι υπόλοιποι ήταν καλεσμένοι του JK :P)...

Καλό μας ξημέρωμα!


Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Εις θάνατον!



Η αίθουσα του δικαστηρίου κατάμεστη με κόσμο ήταν. Στο ακροατήριο κάθε λογής άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες, μεροκαματιάρηδες μα και άτομα της "υψηλής κοινωνίας" περίμεναν τους δικαστές να ανέβουν στα έδρανά τους για να αρχίσει η δίκη. Ακόμα και παιδιά είχαν φέρει κάποιοι γονείς, για να μαθαίνουν!.. Μια συνεχής βοή ερχόταν από τους διαδρόμους του μεγάρου. "Πηγαδάκια" εδώ κι εκεί ανθρώπων που προσπαθούσαν να προβλέψουν το αποτέλεσμά της. Μιας δίκης που εδώ και μέρες απασχολούσε τα ΜΜΕ και την ευρύτερη κοινωνική γνώμη. Ξαφνικά ένα καμπανάκι χτύπησε και η φωνή του κλητήρα ακούστηκε...

- Ησυχία στο ακροατήριο, άρχεται η συνεδρίασις!!

Οι παρευρισκόμενοι, που τόση ώρα όρθιοι περίμεναν, μπήκαν στην αίθουσα και έκατσαν στις θέσεις τους. Μερικοί ακόμα ψίθυροι εδώ κι εκεί, λίγο πριν η πόρτα πίσω από τα δικαστικά έδρανα ανοίξει, κι έπειτα σιωπή. Οι δικαστές άρχισαν να βγαίνουν κι ένας ένας να παίρνουν τις θέσεις τους. Όταν όλοι τους έκατσαν η φωνή του κλητήρα ακούστηκε, ακόμα μια φορά, να αναγγέλει την είσοδο του Προέδρου του δικαστηρίου. Με μιας όλοι σηκώθηκαν και έμειναν όρθιοι ως τη στιγμή που εκείνος κάθισε.

Έδειχνε σοφός μα κάτι χαλούσε την εικόνα του. Κάτι ήταν που έκανε τους άλλους να τον φοβούνται, μα κανείς ποτέ δε μπόρεσε να καταλάβει τί. Φόρεσε τα γυαλιά του, κοίταξε για ένα λεπτό τα χαρτιά της δικογραφίας που είχε μπροστά του κι έπειτα είπε:

- Να προσέλθει η κατηγορουμένη!

Μια πόρτα άνοιξε στα αριστερά της αίθουσας και από μέσα βγήκαν έξι ένστολοι. Οι τέσσερις από αυτούς στάθηκαν δεξιά κι αριστερά από την καρέκλα όπου η κατηγορουμένη θα καθόταν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ενώ οι άλλοι δύο στάθηκαν πίσω της αφού πρώτα την έβαλαν στη θέση της. Με την είσοδό της τα φλας των φωτογράφων άστραψαν και οι ψίθυροι ακόμα μια φορά φούντωσαν καθώς το ακροατήριο άρχισε να σχολιάζει την εμφάνισή της.

Σε τίποτα δεν έμοιαζε με εγκληματία κι όμως σαν τέτοια δικαζόταν σήμερα. Καστανή, γύρω στα τριάντα, είχε μια ηρεμία στην έκφρασή της που έκανε σε όλους εντύπωση. Δεν έμοιαζε να φοβάται ιδιαίτερα για το τι είχε να αντιμετωπίσει εκεί μέσα, μόνο τα μάτια της, εκείνα τα τεράστια καταπράσινα μάτια, ήταν κόκκινα και πρησμένα σα να έκλαιγε ώρες πολλές πριν διαβεί το κατώφλι του δικαστηρίου.

Ο Πρόεδρος κοίταξε ακόμα μια φορά τα χαρτιά του και της απευθύνθηκε:

- Χμμ.. Είναι πολύ σοβαρές οι κατηγορίες σας δεσποινίς μου, το γνωρίζετε;

Εκείνη με σκυμμένο το κεφάλι έγνεψε καταφατικά.

- Κι απ' ότι βλέπω αρνηθήκατε την παρουσία συνηγόρου υπεράσπισης. Μήπως αλλάξατε γνώμη;

"Όχι" έγνεψε εκείνη...

- Μάλιστα... οπότε δε βλέπω το λόγο γιατί να καθυστερούμε άλλο. Θα ξεκινήσω διαβάζοντάς σας το κατηγορητήριο. Να σας ενημερώσω πως όλα τα στοιχεία, που εδώ και μέρες εγώ και οι συνεργάτες μου μελετάμε, όλα δείχνουν την ενοχή σας. Παρ' όλα αυτά έχετε το δικαίωμα να προχωρήσετε σε έφεση αν θεωρήσετε πως η απόφασή μας σας αδικεί... Λοιπόν, ξεκινώ...

Ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της και στο ξύλινο πάτωμα έπεσε. Μα κανείς δεν το πρόσεξε...

- Κατηγορήστε πως ερωτευθήκατε!
- Κατηγορήστε πως αγαπήσατε παράφορα!
- Κατηγορήστε πως κάνατε όνειρα για μια ζωή διαφορετική, όμορφη!
- Κατηγορήστε πως δεν ντραπήκατε να δηλώσετε όλα τα παραπάνω!
- Κατηγορήστε πως, όταν σας ζητήθηκε, κάνατε υπομονή!
- Κατηγορήστε πως δεν αντέξατε να υπομένετε όσο σας ζητήθηκε!
- Κατηγορήστε πως συγχωρέσατε λάθη που σας πλήγωσαν πολύ!
- Κατηγορήστε πως, κι εσείς, κάνατε λάθη στην προσπάθεια να πραγματοποιήσετε όλα αυτά που αποκαλείτε "όνειρα σας"!
- Και, τέλος, κατηγορήστε πως μετανιώσατε για όλα σας τα λάθη και ζητήσατε μια ευκαιρία να επανορθώσετε και να συνεχίσετε να ονειρεύεστε!

Η κατηγορουμένη σήκωσε το κεφάλι και το βλέμμα της καρφώθηκε σ' εκείνο του Προέδρου που μόλις είχε ολοκληρώσει την ανάγνωση του κατηγορητηρίου.

- Λοιπόν κατηγορουμένη, τί έχεις να δηλώσεις;

Αυτή τη φορά όλοι είδαν το δάκρυ στην άκρη των ματιών της, ένα δάκρυ που, σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα, ποτέ δεν κύλησε. Εκείνη χαμογέλασε και με δυνατή φωνή, δίχως φόβο κανένα, είπε:

- ΕΝΟΧΗ!!

Ο Πρόεδρος χαμογέλασε με ικανοποίηση, έβγαλε τα γυαλιά του και της απευθύνθηκε ξανά.

- Αναγνωρίζεις λοιπόν την ενοχή σου. Ωραία! Γνωρίζεις όμως πως για τις εν λόγω κατηγορίες δεν υπάρχουν ελαφρυντικά, ούτε καν εκείνο της παραδοχής της ενοχής; Γνωρίζεις τί σημαίνει αυτό κορίτσι μου;
- Ναι! "Εις θάνατον!" αυτό σημαίνει... απάντησε εκείνη.
- Μήπως θέλεις να αλλάξεις τη δήλωσή σου; Επιθυμείς μήπως να προχωρήσεις σε έφεση της αποφάσεως;
- ΕΝΟΧΗ! Αυτό δηλώνω και δεν το παίρνω πίσω. ΕΝΟΧΗ!
- Πολύ καλά λοιπόν. Διακόπτουμε για πέντε λεπτά εως ότου το σώμα του δικαστηρίου συσκεφθεί για να αποφασίσει με ποιο τρόπο θα εκτελεσθεί η ποινή σου...

Πέντε λεπτά, ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω δε χρειάστηκε για να βγει η οριστική απόφαση. Οι δικαστές επέστρεψαν και ο Πρόεδρος ανακοίνωσε με ποιο τρόπο θα γινόταν η εκτέλεση. Είχαν πολλές επιλογές πάνω σ' αυτό το ζήτημα, πάρα πολλές... Θεώρησαν όμως πως η περίσταση απαιτούσε κάτι θεαματικό, κάτι που είχε πολλά χρόνια να γίνει. Κάτι που θα ήταν ότι καλύτερο ώστε να παραδειγματιστούν και όσοι άλλοι θα τολμούσαν να σκεφτούν έστω να πράξουν με τρόπο ανάλογο στο μέλλον.

Η λαιμητόμος στήθηκε γρήγορα στο κέντρο της πλατείας μπροστά από το δικαστικό μέγαρο. Ο κόσμος, που πριν βρισκόταν εντός της αίθουσας, τώρα ήταν έξω και μαζί μ' αυτούς κι άλλοι πολλοί που έμαθαν για την απόφαση από τα έκτακτα δελτία ειδήσεων και πήγαν για να ...απολαύσουν το θέαμα. Κάμποσοι ένστολοι βρίσκονταν επίσης εκεί για να ελέγχουν το πλήθος. Σε μισή ώρα όλα θα ήταν έτοιμα.

Στο γραφείο του Προέδρου η γραμματέας ετοίμαζε τα τελευταία έγγραφα, εκείνα που θα έδιναν το πράσινο φως για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Ο Πρόεδρος κοιτούσε από το παράθυρο το πλήθος που ήταν μαζεμένο γύρω από την πλατεία και τα μάτια του έλαμπαν από ικανοποίηση. Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε κι ένας από τους υποτακτικούς του μπήκε μέσα.

- Πρόεδρε είμαστε έτοιμοι!
- Ωραία! Τα χαρτιά είναι πάνω στο γραφείο, πάρτα και ξεκινήστε. Και όπως είπαμε, έτσι;
- Ναι Πρόεδρε, όπως ακριβώς είπαμε, μην ανησυχείς για τίποτα...

Η κατηγορουμένη βγήκε από το κτίριο συνοδεία των έξι φρουρών που στιγμή δεν την άφηναν από κοντά τους. Με αργό βήμα πλησίασε τη λαιμητόμο, το βωμό της θυσίας της, αγέρωχη, με το κεφάλι ψηλά. Το πλήθος έβγαζε άναρθρες κραυγές ικανοποίησης, διψούσαν για αίμα, το δικό της αίμα. Τρια σκαλιά τη χώριζαν από το θάνατο, τα ανέβηκε και στάθηκε μπροστά από το δήμιό της. Εκείνος πήγε να της φορέσει μια μαύρη κουκούλα μα δεν τα κατάφερε. Ήθελε να βλέπει φως πριν, μια για πάντα, στο σκοτάδι χαθεί.

- Η εκτέλεση έχει οριστεί να ξεκινήσει σε πέντε λεπτά από τώρα, αμέσως μόλις η καμπάνα σημάνει επτά. Έχεις κάποια τελευταία επιθυμία, θέλεις να δηλώσεις κάτι;

"Ναι" έγνεψε εκείνη και μόλις ο δήμιος της έδωσε το ελεύθερο φώναξε με όση δύναμη είχε απομείνει μέσα της:

- Σ' ΑΓΑΠΑΩ! Τ' ΑΚΟΥΣ; Σ' ΑΓΑΠΑΩ!...

Η ηχώ της φωνής της ταξίδεψε στους δρόμους της πόλης, βγήκε έξω από αυτήν και έφτασε μέχρι τις πιο ψηλές βουνορφές, μέχρι την άκρη του ορίζοντα, εκεί που Ουρανός και Θάλασσα γίνονταν ένα... Στο δικαστικό μέγαρο ράγισαν τα κρύσταλα των παραθύρων. Και ο Πρόεδρος, που χωμένος βρισκόταν στην αναπαυτική μπερζέρα του, αναφώνησε όλο ευτυχία τρίβοντας τα χέρια του "Υπέροχα! Υπέροχα!".

Ένα σφύριγμα ακούστηκε καθώς η λεπίδα έσκιζε τον αέρα, ένας γδούπος κι έπειτα τίποτα. Σιωπή... Το πλήθος κοίταζε απογοητευμένο, δε μπορούσε να πιστέψει σ' αυτό που αντίκριζε. Το αίμα, εκείνο το αίμα που ανυπομονούσαν να δουν δεν έτρεξε ποτέ. Ούτε μια στάλα κόκκινη. Μόνο ένα υγρό διάφανο, σα νερό, σα δάκρυ, και μια ευωδιά σα να βρισκόσουν σε ένα δάσος ανθισμένες λεμονιές. Οι φρουροί πήραν το άψυχο κορμί. Όλα είχαν τελειώσει. Επιστροφή στη βαρετή καθημερινότητα...

Ο υποτακτικός του Προέδρου μπήκε στο γραφείο ξανά, αυτή τη φορά κρατώντας σφιχτά στα χέρια του και με μεγάλη προσόχη ένα μικρό κουτί.

- Όλα όπως τα ζήτησες Πρόεδρε. Εδώ στο 'χω...

Εκείνος άπλωσε τα χέρια και πήρε το κουτάκι. Το έφερε κοντά στο πρόσωπό του και το άνοιξε σιγά σιγά, όσο προσεκτικότερα μπορούσε, έριξε μια κλεφτή ματιά μέσα, για να το κλείσει αμέσως πάλι πριν το φυλάξει μέσα στην τσάντα που πάντα μαζί του κουβαλούσε.

- Πες στον οδηγό μου να ετοιμάσει το αυτοκίνητο. Κατεβαίνω και ξεκινάμε για το σπίτι.

Στο δρόμο δε μίλησε καθόλου, σκεφτικός καθόταν, κοιτούσε την τσάντα και χαμογελούσε. Δεν άργησαν να φτάσουν. Γρήγορα κατέβηκε από το αμάξι και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό του. Μπήκε μέσα, άνοιξε ένα ντουλάπι και πήρε ένα γυάλινο βαζάκι. Είχε κάμποσα τέτοια εκεί μέσα, όλα με βιδωτό κούμπωμα, σαν κι εκείνα που οι γυναίκες χρησιμοποιούν στην κουζίνα τους για να φυλάνε αποξηραμένα μυρωδικά. Έπειτα άνοιξε ένα συρτάρι, πήρε ένα κλειδί και βγήκε από το δωμάτιο. Με βήμα γοργό κατευθύνθηκε σε ένα δωμάτιο που βρισκόταν λίγα βήματα πιο πέρα. Ξεκλείδωσε και μπήκε μέσα.

Ήταν ένα δωμάτιο παράξενο. Όλοι οι τοίχοι γεμάτοι βιβλιοθήκες μα πουθενά κανένα βιβλίο. Αντίθετα όλα σχεδόν τα ράφια ήταν γεμάτα από βαζάκια γυάλινα σαν κι αυτό που πριν λίγο είχε πάρει από το δωμάτιό του. Εκατοντάδες βαζάκια, όλα άδεια... Παράθυρο είχε μόνο ένα και κουρτίνες μαύρες, από ύφασμα βαρύ, το πλαισίωναν. Τώρα ήταν στην άκρη τραβηγμένες για να φωτίζει λιγάκι το δωμάτιο. Και στη μέση μια πολυθρόνα κι ένα τραπεζάκι με ένα μπουκάλι κονιάκ κι ένα ποτήρι.

- Πατέρα; ακούστηκε μια φωνή πίσω από την πόρτα.
- Έλα Γιέ μου, πέρασε μέσα.
- Σίγουρα Πατέρα; Ποτέ πριν δε μου επέτρεψες να μπω εδώ.
- Πέρασε είπα, έλα, θέλω να δεις κάτι.

Γύρω στα δεκαπέντε θα 'τανε, ψηλό παιδί, αδύνατο, με ένα πρόσωπο γλυκό, αθώο, όμορφο. Σε τίποτα δε θύμιζε τον πατέρα του. Στάθηκε δίπλα του και τον κοίταξε με απορία.

- Τί είναι όλα αυτά τα βαζάκια Πατέρα; Και γιατί είναι όλα άδεια;
- Μη βιάζεσαι Γιέ μου, κάθε πράγμα στον καιρό του. Πρώτα πες μου, έμαθες τι υπόθεση δίκαζα σήμερα;
- Ναι Πατέρα, έμαθα.
- Και έμαθες τι απόφαση πάρθηκε;
- Ναι, εις θάνατον, στη λαιμητόμο. Άκουσα μάλιστα πως έγινε και κάτι παράξενο.
- Ναι ε; Τι ακριβώς;
- Δεν είδε κανείς αίμα, μόνο νερό, και μύριζε παντού λεμόνι...
- Έτσι ακριβώς Γιέ μου, συμβαίνει καμιά φορά κι αυτό.
- Μα γιατί συνέβη, ξέρεις εσύ Πατέρα;
- Ναι μικρέ, ξέρω. Γι' αυτό σε άφησα να μπεις σήμερα εδώ, για να μάθεις κι εσύ. Βλέπεις αυτό εδώ το κουτάκι; Έχει μέσα κάτι πολύτιμο, κάτι που σπάνια βρίσκεις πια όσο κι αν ψάχνεις. Έχει μια Ψυχή...
- Ψυχή; Τι εννοείς Πατέρα; Πως είναι δυνατό να χωρέσει μια Ψυχή σε ένα τόσο δα κουτάκι;
- Κι όμως αγόρι μου, χωράει. Γιατί η Ψυχή δε μετριέται με κιλά ή μέτρα. Η Ψυχή μετριέται από την ικανότητά της να Αγαπάει. Έτσι μετριέται. Φέρε μου τώρα εκείνο το άδειο βαζάκι από το τραπεζάκι.
- Μα όλα άδεια είναι Πατέρα.
- Δεν είναι, τώρα θα δεις.

Ο νέος έδωσε στον πατέρα του το βάζο, αφού πρώτα το άνοιξε, κι εκείνος, με μεγάλη προσοχή ακούπησε το κουτάκι στο στόμιο και, με γρήγορες κινήσεις, βίδωσε το καπάκι όσο πιο σφιχτά μπορούσε.

- Πατέρα δεν καταλαβαίνω...
- Θα καταλάβεις. Κλείσε τις κουρτίνες...
- Ν' ανάψω πρώτα ένα φως, θα σκοτεινιάσει αν τις κλείσω.
- Κάνε αυτό που σου είπα και τίποτα άλλο.

Με μια κίνηση οι κουρτίνες έκλεισαν και τότε ο μικρός με έκδηλη την έκπληξη στο πρόσωπό του είπε:

- Πατέρα... είναι υπέροχο!
- Ναι Γιέ μου, είναι...
- Τόσο Φως!
- Οι Ψυχές Γιέ μου... οι Ψυχές που ξέρουν ν' Αγαπούν δε σβήνουν ποτέ. Αιώνια υπάρχουν για να φωτίζουν τα σκοτεινά μονοπάτια της ζωής και να βοηθούν τις άλλες, τις Χαμένες, το δρόμο τους να βρίσκουν.
- Μα αν είναι κλεισμένες στο βαζάκι πως θα βοηθήσουν Πατέρα;
- Ανόητες ερωτήσεις. Απλά δε θα βοηθήσουν. Και ξέρεις γιατί; Γιατί εδώ μέσα μαζεύω μόνο τις Ψυχές που μάταια προσπάθησαν, τις Ψυχές που πληγώθηκαν προσπαθώντας. Να μην ανησυχείς λοιπόν, είναι καλύτερα εδώ, είναι ασφαλείς εδώ...

Ο μικρός προσπαθούσε να καταλάβει μα ήταν αδύνατο. Αν οι Ψυχές φυλακισμένες είναι δε μπορούν κανένα να βοηθήσουν, είτε το θέλει, είτε όχι. Δεν είναι σωστό να είναι φυλακισμένες, όχι! Μα αυτό δεν το είπε στον πατέρα του. Όχι, δεν έπρεπε να του το πει...

Το ίδιο βράδυ ο μικρός τρύπωσε στο δωμάτιο των γονιών του, άνοιξε το συρτάρι, πήρε το κλειδί και πήγε όσο πιο αθόρυβα γινόταν στο δωμάτιο των Ψυχών. Το Φως τους, διάχυτο παντού στο χώρο, να σε υπνωτίσει μπορούσε. Πλησίασε το παράθυρο και αφού το άνοιξε άρχισε να ανοίγει ένα ένα τα βαζάκια. Οι Ψυχές ξεχύθηκαν με δύναμη και ένα φωτεινό πέπλο τύλιξε το σπίτι. Κι έπειτα χάθηκαν μακριά φωτίζοντας τα μονοπάτια, αναζητώντας Χαμένες Ψυχές να βοηθήσουν. Κι η πλάση μυρωδιές γέμισε... γιασεμί, ευκάλυπτος, βασιλικός, τριαντάφυλλο, λεμόνι!...

Σε λιγάκι ξημέρωσε. Στο σπίτι του Προέδρου όλοι κοιμόντουσαν ακόμη. Ώσπου μια αγωνιώδης κραυγή έσκισε τη σιωπή κι όλους τους σήκωσε στο πόδι...

- ΟΧΙΙΙ!!!...




ΤΕΛΟΣ

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Αγάπα με...


Ανήμπορη να γράψω αυτές τις μέρες -καλώς ή κακώς συμβαίνει κι αυτό- επέλεξα γι' απόψε ένα κείμενο του φίλου μου του Μάκη. Σ' ευχαριστώ φιλαράκι, ήταν ότι πρέπει για μια νύχτα που δε λέει να περάσει...

Αγάπα με...

Να με Αγαπάς γι αυτό που Είμαι,
Όχι για εκείνο που θα ήθελες να Είμαι.
Έτσι θα Είμαι Πάντα Αληθινός !

Να με Αγαπάς για Όλα αυτά που σου Δίνω,
Όχι για εκείνα που λες ότι σου Στερώ.
Έτσι θα Εκτιμάς την Προσπάθειά Μου !

Να με Αγαπάς για Όλα αυτά που σου Λέω,
Όχι για εκείνα που ακόμα Δεν έχω Πει.
Έτσι θα Ακούς Λόγια Καρδιάς κ Ψυχής !

Να με Ακούς Πραγματικά όταν σου Μιλάω,
Όχι Στείρα και Eθελοκωφεύοντας.
Έτσι θα Μοιράζεσαι τις Σκέψεις Μου !

Να με Αγκαλιάζεις κ να με Φιλάς με Πάθος,
Όχι από Υποχρέωση μα από Επιθυμία.
Έτσι θα Νιώθω Ασφαλής κ Σίγουρος !

Να μου Μιλάς κ να με Κοιτάς στα Μάτια,
Όχι για να με Μαλώνεις μα για να σε Νιώσω.
Έτσι θα Ξέρω ότι Είμαστε Ένα !

Να με Κάνεις να Δακρύζω κ να Κλαίω,
Όχι από Πόνο κ Πίκρα μα από Χαρά κ Ευτυχία.
Έτσι θα Ζω Πλήρης από Αγάπη !

Κ τέλος όταν Ακούς αυτό Τραγούδι να Είμαι μια Θύμηση...


"Να με Προσέχεις
Γιατί έχω πέσει Χαμηλά,
Έχω πέσει Χαμηλά,
Μάτια μου Γλυκά,
να με Αντέχεις.

Να με Προσέχεις,
μέχρι να Σηκωθώ ξανά,
Λίγο ακόμα Μοναχά,
Μάτια μου Γλυκά,
να με Αντέχεις.

Να με Προσέχεις...."


Γιατί ....
Έχω Εσένα κ Έχεις Εμένα ...
κ Μόνο...

Αφιερωμένο σε όποιον αγγίζει...


Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

Αυτοβιογραφία...


Οι ζωές μας έχουν πολλές διακυμάνσεις κατά καιρούς. Κάποιες στιγμές είμαστε ευτυχισμένοι και κάποιες άλλες δε μπορούμε να ξεφύγουμε από τη θλίψη, τη δυστυχία.

Στη ζωή μου οι δυστυχισμένες στιγμές υπήρξαν ανέκαθεν περισσότερες. Από τις πρώτες μου μνήμες εως και σήμερα η πίκρα ήταν το συχνότερό μου βίωμα. Πάντα ένιωθα μόνη, αποκομμένη απ' όλους κι απ' όλα και, δυστυχώς, δεν ήταν της φαντασίας μου.

Στην οικογένειά μου ένιωθα ξένη αρκετά συχνά, κάποιες φορές ακόμα κι ανεπιθύμητη. Ο πατέρας μου ήθελε αγόρι να είναι το πρώτο του παιδί και δεν δοκίμαζε ούτε καν να το κρύψει. Η μητέρα μου πάλι είχε μια έκδηλη αδυναμία προς τη μικρότερη αδερφή μου και ούτε κι εκείνη μπορούσε να το κρύψει.

Σαν παιδί παρέες δεν είχα. Με ύψος 1.80μ. από την έκτη του δημοτικού, λίγα κιλάκια παραπάνω για να μην αισθάνομαι ενοχές που ..."τα παιδάκια στην Αιθιοπία πεινάνε" και άριστες επιδόσεις στα μαθήματα, δεν ήμουν και η δημοφιλέστερη. Το αντίθετο μάλλον συνέβαινε... Έτσι, ακόμα και οι λίγες φίλες που είχα, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, με έκαναν παρέα για να μπορούν να αντιγράφουν σε κάποιο διαγώνισμα ή να λύνουν δίχως κόπο κάποια άσκηση που πιθανόν τις δυσκόλευε.

Η ανάγκη μου για ανθρώπινη επαφή όμως υπήρχε. Η ανάγκη για αγάπη, αποδοχή, συμπάθεια πραγματική και όχι από συμφέρον, δεν έπαυε να υπάρχει και συχνά να με τυραννάει. Κι όλο κλεινόμουν στον μικρόκοσμο του εαυτού μου με μόνη μου διέξοδο την ενασχόλησή μου για αρκετά χρόνια με το στίβο.

Το όνειρο που εκείνη την εποχή είχα αφορούσε τον αθλητισμό. Έπειτα από πολλή δουλειά και σκληρή προσπάθεια είχα καταφέρει να συναγωνίζομαι άτομα που ο πρωταθλητισμός ήταν η ζωή τους. Τι πιο φυσικό λοιπόν για μένα από το να επιλέξω ως επάγγελμα εκείνο της γυμνάστριας. Δυστυχώς ακόμα κι εδώ η τύχη δεν ήταν με το μέρος μου.

Στην πενταήμερη ήμουν, στην πρώτη μου νύχτα στη Θεσσαλονίκη, όταν έπαθα ρήξη συνδέσμου στον αστράγαλο. Οι πόνοι αφόρητοι μα άντεξα μια ολόκληρη νύχτα προκειμένου να μη χαλάσω τη βραδιά των υπολοίπων. Το επόμενο πρωί επισκέφθηκα ένα ιδιωτικό ορθοπεδικό ιατρείο και, αφού με εξέτασε ο γιατρός, μου συνέστησε "ειδική αγωγή" για την κατάστασή μου και με παρέπεμψε να επισκεφθώ το δικό μου γιατρό στην Κρήτη αν ο πόνος επέμενε έπειτα από την ολοκλήρωσή της. Όταν αργότερα χρειάστηκε να με δει ο γιατρός μου πληροφορήθηκα πως δεν είχα πάρει τη σωστή αγωγή, καθώς η διάγνωση είχε γίνει με μια απλή ψηλάφιση της τραυματισμένης περιοχής. Με λίγα λόγια, θα έπρεπε να έχω βάλει γύψο από την πρώτη στιγμή και όχι να περπατάω ελεύθερα με τη βοήθεια των ισχυρών παυσίπονων. Τρεις μήνες αργότερα έδωσα εξετάσεις δίχως αποτέλεσμα μιας και το πόδι μου εξακολουθούσε να είναι ασταθές.

Την ίδια περίπου εποχή τόλμησα να ερωτευθώ, να πληγωθώ κι έπειτα να δοκιμάσω ξανά με κάποιον που έδειχνε να ενδιαφέρεται για εμένα κι όχι για τους βαθμούς που έφερνα στο σχολείο. Το αίσθημα της αποδοχής, της επιβεβαίωσης, τα όνειρα για ένα αύριο με αγάπη, ίσως και μια οικογένεια, με έφεραν πολύ γρήγορα στα σκαλιά της εκκλησίας, ντυμένη νυφούλα. Ήμουν εικοσιενός χρονών.

Παρέμεινα παντρεμένη εννιά χρόνια, στο διάστημα των οποίων απέκτησα παιδιά αλλά και πολλές άσχημες εμπειρίες μέσα στις οποίες υπήρχε η επαναλαμβανόμενη απιστία, το κοινώς λεγόμενο "κέρατο", αλλά και οι συχνοί και έντονοι καβγάδες οι οποίοι συνήθως κατέληγαν σε έντονες βιαιοπραγίες εις βάρος μου.

Έζησα πολλά χρόνια ρίχνοντας όλες τις ευθύνες πάνω μου για τα όσα ζούσα. Πίστευα πως ήμουν άσχημη, ανίκανη, ανάξια και πως άξιζα κάθε τιμωρία από τον τότε "σύντροφό" μου.

Για χάρη της οικογένειας, για χάρη των παιδιών, αλλά και γιατί φοβόμουν πως δε θα είχα τις δυνάμεις να ανταπεξέλθω σε ένα διαζύγιο ή στα ..."λόγια του κόσμου", έμενα εγκλωβισμένη σε ένα γάμο που με ωθούσε ολοένα και περισσότερο στο σκοτάδι.

Κατέληξα να παίρνω αντικαταθλιπτικά για να ηρεμώ και να μην έχω ασταμάτητους πονοκεφάλους για μέρες. Τα "λίγα κιλά παραπάνω" έγιναν υπερβολικά πολλά και έπαψα να ενδιαφέρομαι για τον εαυτό μου. Αφέθηκα στο αδιέξοδό μου και έμεινα εκεί. Για πολύ καιρό...

Και καθώς ο χρόνος περνούσε θέλησα, ενοχοποιώντας ακόμα μια φορά τον εαυτό μου, να κάνω κάτι για να "σώσω" το γάμο μου. Αποφάσισα να αλλάξω! Εμφάνιση κυρίως αλλά και συμπεριφορά. Ήθελα να πιστεύω πως θα μπορούσα να ξανακερδίσω τη ζωή μου και να έχω μια οικογένεια φυσιολογική. Και τα κατάφερα, μέχρι ενός σημείου τουλάχιστον...

Κατάφερα να αδυνατίσω, άλλαξα τρόπο ντυσίματος, απέκτησα αυτοπεποίθηση και μαζί με όλα αυτά μερικούς ακόμα μώλωπες καθώς ως "χοντρή" ήμουν "αηδιαστική" και ως αδύνατη ήμουν η "τσούλα", η "πουτανά" και μερικά ακόμα καλολογικά επίθετα που καλό θα ήταν να μην αναφέρω.

Κάπου εκεί ξεχείλισσε το ποτήρι μου και αποφάσισα πως όλα ήταν ανώφελα εξ' αρχής. Δεν υπήρχε αγάπη, ποτέ δεν υπήρξε. Άδικα όλα, εκτός ίσως από το ότι με όλα όσα έζησα απέκτησα δυνάμεις, ατσαλώθηκα με κάθε δυνατό τρόπο. Και πάλι όμως δεν έφυγα...

Το διαζύγιο ήρθε λίγο αργότερα, επιλογή όχι δική μου αρχικά καθώς δεν ήμουν εγώ εκείνη που εγκατέλειψα τη "συζυγική στέγη". Λίγες μέρες πριν κλείσουν τα σχολεία ήταν θυμάμαι όταν έλαβε χώρα ένας ακόμα καβγάς, περισσότερο βίαιος από ποτέ, η πόρτα άνοιξε κι έμεινα μόνη με τα παιδιά μου. Αυτή τη φορά όμως δε σκέφτηκα τίποτα, ξεκίνησα τις διαδικασίες του διαζυγίου, άλλαξα σπίτι, αν και είχα κάθε δικαίωμα να μείνω στο μέχρι τότε σπίτι μου, δούλεψα σαν το σκυλί - ίσως και περισσότερο κάποιες φορές - και τα κατάφερα.

Βοήθεια ακόμα και σήμερα δεν έχω από κανένα. Ο πρώην μου αρνείται να καταβάλλει το ποσό των 400€ το μήνα για τη διατροφή των παιδιών και η οικογένειά μου δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να με στηρίξει οπότε όλα είναι υπό την ευθύνη μου. Προβλήματα κατά καιρούς έχω ακόμα μαζί του αλλά πλέον πατάω στα πόδια μου και ξέρω με ποιον τρόπο να τον αντιμετωπίσω. Ακόμα όμως κι όταν χρειάστηκα βοήθεια, στα πρώτα μου τότε βήματα προς την ανεξαρτησία, την αρνήθηκα πεισματικά από όποιον κι αν προερχόταν. Ήθελα να μάθω να "κολυμπάω" στα βαθιά, στη φουρτούνα, κι όχι να πιαστώ από ένα "σωσίβιο" που ίσως κάποτε χανόταν από τη ζωή μου. Και έμαθα...

Μόνιμη δουλειά δεν έχω, λίγο από τουρισμό το καλοκαίρι παράλληλα με τριήμερα σε ένα κέντρο διασκέδασης. Όσο για το χειμώνα, ταμείο ανεργίας παράλληλα με τα προαναφερθέντα τριήμερα. Δύσκολα τα πράγματα αλλά δεν παραπονιέμαι καθώς τα καταφέρνω καλύτερα από πολλούς άλλους που μόνη τους ευθύνη είναι ο εαυτός τους.

Το μέλλον μου δε γνωρίζω ποιο θα είναι. Ποιος μπορεί να πει πως γνωρίζει κάτι τέτοιο; Ίσως κάπου στην πορεία της ζωής μου να στραβώσουν όλα και να μη μπορώ να ανταπεξέλθω πλέον, ίσως πάλι και όχι. Ίσως έρθει μια μέρα που θα νιώσω πως "όσα κι αν πέρασα χαλάλι" μπροστά στην ευτυχία που θα μπορώ πλέον να αισθάνομαι. Κι ίσως στεγνώσουν τα δάκρυα που ταλαιπωρούν τα μάτια μου. Ίσως...

Ένα όνειρο έχω πια, λίγο ρομαντικό - εως πολύ θα έλεγαν κάποιοι - μα αυτό είναι κι εύχομαι να έχω την ευκαιρία να δοκιμάσω να το πραγματοποιήσω. Ένα σπιτάκι, να βλέπει θάλασσα, κι έναν κήπο γεμάτο λουλούδια, λεμονιές και γιασεμιά, κι όλα του κόσμου τα μυρωδικά... Και στο πλάι μου εκείνον, τον άνθρωπο που στο δρόμο μου βρέθηκε και έδωσε πραγματικό νόημα στη ζωή μου. Να τον αγαπάω και να μ' αγαπάει, να τον φροντίζω, να τον βοηθάω σε ότι χρειάζεται, να νοιάζεται για μένα όσο εγώ για εκείνον. Να ζήσω μαζί του στο δικό μας Παράδεισο, έναν Παράδεισο επί γης, πραγματικό, όχι ιδεατό.

Όνειρα...
Αδύνατο να ζούμε δίχως αυτά. Κι ας το κάνουμε από ανάγκη πολλές φορές. Δε ζούμε πραγματικά, όχι, απλά υπάρχουμε σαν σκιές και χανόμαστε κάθε που πέφτει το σκοτάδι...

Τι μ' έπιασε θα μου πείτε και σας τα λέω όλα αυτά;
Είχα ανάγκη να μιλήσω, να πω αυτά που μπορώ τώρα που μπορώ. Λάθη έχω κάνει πολλά, κάποια τα πληρώνω ήδη, κάποια άλλα θα τα πληρώσω στην πορεία και ίσως να υπάρχουν μερικά που θα τα πληρώνω για το υπόλοιπο της ζωής μου. Ίσως όμως κάποιος άνθρωπος, που σε παρόμοια μ' εμένα βρίσκεται θέση, να διαβάσει αυτήν εδώ την ιστορία και να πάρει στα χέρια του τη ζωή του. Να ζήσει όπως του πρέπει κι όχι όπως οι άλλοι ορίζουν.

Μίκρη η ζωή, τόση όσο ένα όνειρο... Και σε κανέναν δεν αξίζει να τη ζει υπό το καθεστώς οποιασδήποτε βίας, σωματικής ή ψυχολογικής, ή και των δύο αρκετά συχνά. Αξίζει να τη ζούμε όπως ακριβώς είναι. Ένα Όνειρο! Το μεγαλύτερο όλων...

Κι όπως κάποτε έγραψα...

"Μοίρα μου είσαι,
εγώ σε ορίζω,
ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΧΝΩ!"


Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Σε λατρεύω!


Γεννήθηκα για να μπορώ
να σ' αγαπώ με πάθος
γι' αυτό ξεχνώ αν χρειαστεί
κάθε δικό σου λάθος...

Κι αν λάθη έκανα κι εγώ
συγχώρεσέ με Φως μου,
θα σε λατρεύω όσο θα ζω,
θα είσ' ο Ουρανός μου...

Ένα απόγευμα θλιμμένο

Για σένανε φοβάμαι...

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Η απουσία ...αγιάτρευτη πληγή


Σε δέσαν' ενοχές του παρελθόντος
σε θάνατου αργόσυρτο ρυθμό
κι αδύνατο φαντάζει να ξεφύγεις,
αφήνεσαι στον άδικο χαμό...

Οι νύχτες σου γεμίσαν εφιάλτες,
σκοτάδι θα σκεπάζει τις στιγμές,
αγάπες, των ονείρων τρομοκράτες,
σε μάθανε να ζεις με εμμονές...

Τώρα ο χρόνος κυνηγά κάθε σου σκέψη,
η απουσία, αγιάτρευτη πληγή,
επιλογές σου που σ' έχουν καταστρέψει
και σ' έθαψαν βαθιά μέσα στη γη...

Κι εμένα, που μαζί σου αργοπεθαίνω,
δε γύρισες να δεις ένα λεπτό,
μ' άφησες, μόνη, εδώ να περιμένω,
σε δάκρυα - πελάγη να βουτώ...

Τώρα ο χρόνος κυνηγά κάθε σου σκέψη,
η απουσία, αγιάτρευτη πληγή,
επιλογές σου που σ' έχουν καταστρέψει
και σ' έθαψαν βαθιά μέσα στη γη...

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Θάλασσα δίχως Ουρανό...



Θάλασσα δίχως Ουρανό,
νερό σ' ένα κανάτι,
να ξεδιψάσεις δε μπορείς,
γεμάτο είν' αλάτι...

Θάλασσα δίχως Ουρανό,
εικόνα δίχως χρώμα,
μουτζούρα πάνω σε χαρτί,
γλάστρα με δίχως χώμα...

Θάλασσα δίχως Ουρανό,
νύχτα χωρίς αστέρια,
σκοτάδι δίχως τελειωμό,
ζωή μες στη μιζέρια...

Θάλασσα δίχως Ουρανό
αν γίνω, θα πεθάνω,
χωρίς εσένα πλάι μου
να ζω, τί να το κάνω...

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Μελίνα Μερκούρη 1920 - 1994



Μελίνα...

Την χαρακτήρισαν θεά...
Μια θεά που μέσα της έκρυβε το διάβολο...
Και ήταν...

Τη θυμάμαι μέσα από τις ταινίες της...
Σε κάθε ευκαιρία μαζεύω φωτογραφικό υλικό, ταινίες όπου πρωταγωνίστησε...


Τη θαύμασα, τη λάτρεψα, τη ζήλεψα, θέλησα να της μοιάσω...
Για τη δύναμη που ξεχείλιζε από μέσα της,
για την αίσθηση εκείνη της ελευθερίας που έλαμπε στα μάτια της μέσα,
για το πάθος που την χαρακτήριζε σε κάθε της στιγμή...


Πολλά θα ειπωθούν σήμερα για εκείνη...
Πέρασαν κιόλας δεκαπέντε χρόνια από το θάνατό της...
Βιογραφίες της θα αναρτηθούν σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης...
Αφιερώματα στη μνήμη της, ηχητικά ντοκουμέντα, βίντεο από συνεντεύξεις της...

Μα, τελικά, όλο το "είναι" της Μελίνας κρύβεται μέσα σε μία φράση της...

"Γεννήθηκα Ελληνίδα!"


Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Η Αγάπη του Ανθρώπου...


Πάουλο Κοέλο

Σαντιάγο… ο Αλχημιστής!
Ένας άνθρωπος ψάχνει το πεπρωμένο του και μετατρέπει το «κάρβουνο» σε «διαμάντι»… Τότε μου φάνηκε πως, ο χρόνος έμεινε ακίνητος και γιγαντώθηκε μέσα του η Ψυχή του κόσμου.

Την κοίταξε στα μάτια της τα μαύρα και είδε ότι τα χείλη της δίσταζαν ανάμεσα σε ένα χαμόγελο και στην σιωπή κι εκείνη την στιγμή, ο Σαντιάγο , ένιωσε πως, είχε μάθει την γλώσσα που μιλούσε ολόκληρος ο κόσμος, την γλώσσα που, ο καθένας πάνω στην γη, καταλαβαίνει στην καρδιά του.

Ήταν ο έρωτας!
Κάτι πιο αρχαίο από την ανθρωπότητα.
Κάτι πιο αιώνιο από την έρημο.…

Οι γονείς του του έλεγαν πριν ερωτευτεί να γνωρίσει τον άλλον πολύ καλά. Ίσως όμως, όσοι το έλεγαν αυτό, να μην είχαν μάθει ποτέ την παγκόσμια γλώσσα.

Γιατί όταν ξέρεις αυτή την γλώσσα είναι εύκολο να καταλάβεις ότι κάποιος στη μέση της έρημου, ή σε μια μεγάλη πόλη, σε περιμένει…
Κι όταν δυο άνθρωποι συναντιούνται και τα μάτια τους σμίγουν, το παρελθόν και το μέλλον χάνουν την σημασία τους.
Υπάρχει μόνο εκείνη η στιγμή και η απίστευτη βεβαιότητα ότι τα πάντα κάτω από τον ήλιο είναι γραμμένα από ένα μόνο χέρι.
Είναι αυτό το χέρι που ξυπνάει τον έρωτα και δημιουργεί μια δίδυμη ψυχή, για κάθε άνθρωπο στον κόσμο.
Χωρίς αυτό τον έρωτα τα όνειρά μας δεν θα είχαν κανένα νόημα…

-Πώς να εμβαθύνω στην έρημο?

Να ακούς την καρδιά σου.
Εκείνη τα ξέρει όλα, επειδή προέρχεται από την Ψυχή του κόσμου και μια μέρα θα ξαναγυρίσει εκεί…

Οι άνθρωποι φοβούνται ν’ακολουθήσουν τα όνειρά τους, τα πιο σημαντικά, επειδή φοβούνται μήπως και δεν είναι άξιοι ή μήπως δεν τα καταφέρουν να τα πραγματοποιήσουν…
Πες την καρδιά σου ότι ο φόβος της μήπως πονέσει είναι χειρότερος από τον ίδιο τον πόνο.
Κι ότι καμία καρδιά δεν πονάει ποτέ όταν πηγαίνει να αναζητήσει τα όνειρα της επειδή κάθε δευτερόλεπτο της αναζήτησης είναι μια συνάντηση με το θεό και την αιωνιότητα…
Και κάθε αναζήτηση τελειώνει με μια δύσκολη δοκιμασία του νικητή!

Η πιο σκοτεινή ώρα της νύχτας είναι λίγο πριν ξημερώσει...

Πότε ερωτευτήκαμε έτσι …για τελευταία φορά;



**Ευχαριστώ θερμά τους φίλους EL.ZIN. που μου έδωσαν την άδεια να αναδημοσιεύσω το παραπάνω κείμενό τους**

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2009

Οι ώρες της σιωπής...


Βαριά τα σύννεφα, σκοτεινιά... Πιότερο με σούρουπο έμοιαζε κι όχι με πρωινό. Τσουχτερό το κρύο σήμερα, χιόνια πολλά στα ορεινά προέβλεψαν οι μετεωρολόγοι και, κατά πως φαίνεται, θα βγαίναν αληθινοί.

Το σπίτι πλάι στο δρόμο είχε τα παραθυρόφυλλα κλειστά ακόμα. Παλιά ξύλινα παραθυρόφυλλα, σε χρώμα γαλανό, ξεθωριασμένο απ' τον καιρό, μπλέ σκούρο θα 'ταν κάποτε θαρρώ. Μεγάλο σπίτι, αρχοντικό, μα γέρικο και σχεδόν εγκαταλελειμένο πια.

Παιδιά στα πεζοδρόμια, τυλιγμένα σε παλτά και σε κασκόλ, με βήματα γοργά στα σχολειά τους πήγαιναν. Όλα τα σχολεία στην ίδια κατεύθυνση, όλα τα παιδιά μπροστά από το σπίτι πέρναγαν, κάθε μέρα, χρόνια και χρόνια.

Λίγα μέτρα πιο πέρα η εκκλησία του χωριού, εκεί τελούσαν τα μυστήριά τους οι κάτοικοι, γάμοι, βαφτίσεις, κηδείες, χαρές και λύπες, όλα εκεί. Και η καμπάνα να χτυπά κάθε μια ώρα μετρώντας το χρόνο που έφευγε και πίσω δε γύριζε ποτέ.

Μέσα στο σπίτι μια γυναίκα, ντυμένη τη νυχτικιά της, έψηνε καφέ ελληνικό σ' ένα γκαζάκι κι ετοίμαζε ένα πιατάκι με βουτήματα που η ίδια είχε φτιάξει. Ο καφές άχνιζε στο μπρίκι και σαν φούσκωσε πήρε τη θέση του σ' ένα μικρό φλιτζανάκι όπως κάθε πρωί. Η γυναίκα πήρε το φλιτζάνι και, μαζί με τα βουτήματα, το ακούμπησε στα τραπέζι που βρισκόταν δίπλα στο παράθυρο κι έπειτα άνοιξε τα παραθυρόφυλλα να μπει φως στο δωμάτιο.

Ο δρόμος γεμάτος αυτοκίνητα, φασαρία πολλή, μα δεν την ενοχλούσε πια, είχε συνηθίσει. Ίσως και να της άρεσε λιγάκι μιας και του σπιτιού της τη σιωπή δεν άντεχε πλέον.

Ο καφές στο φλιτζάνι τελείωσε, δυο ρουφηξιές όλες κι όλες, η γυναίκα σηκώθηκε, μάζεψε το τραπέζι και ετοιμάστηκε για την καθιερωμένη της ρουτίνα. Σκούπισμα, σφουγγάρισμα, ξεσκόνισμα, μαγείρεμα. Το απόγευμα ίσως ερχόταν κάποια φίλη να κεντήσουν παρέα και να μιλήσουν, για τις ζωές των άλλων, ποτέ για τις δικές τους. Αν και, ακόμα κι εκείνες οι φίλες, ολοένα και λιγόστευαν. Έπαιρναν μία μία το δρόμο για το στερνό ταξίδι, εκείνο το ταξίδι που ήξερε πως σύντομα κι εκείνη θα έκανε.

Δε μιλούσε για τη ζωή της συχνά στους άλλους, απέφευγε να θυμάται τα χρόνια που πέρασαν, τα όσα έζησε, μα κυρίως όλα εκείνα που ποτέ δεν κατάφερε να ζήσει. Και όταν καμιά φορά με τις φίλες αναπολούσε τα χρόνια της χαμένης νιότης γρήγορα άλλαζε κουβέντα για να μπορέσει να συγκρατήσει τα δάκρυα που τα μάτια της πλημμύριζαν.

Της εκκλησίας το ρολόι μετρούσε τις ώρες...
Έντεκα, δώδεκα, μία, ...τρείς.

Σύντομα έφτασε το απόγευμα και μαζί του η κυρα-Κατίνα, ήρθε να δει την καλή της φιλενάδα.

-Μαρία, μέσα είσαι;
-Μέσα είμαι Κατίνα, σε περίμενα, πέρνα...


Το τραπέζι στρωμένο ξανά, λίγη πορτοκάλαδα και γλυκό του κουταλιού. Χήρα η Κατίνα τα τελευταία δέκα χρόνια, είχε δυο κόρες και πέντε εγγόνια, ο πιο μεγάλος στο πανεπιστημίο ήταν, γιατρός σπούδαζε, η μικρότερη σημαιοφόρος στο σχολείο της, δημοτικό πήγαινε ακόμα, και η Κατίνα καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι και όλο για τα κατορθώματά τους μιλούσε. Και η Μαρία κεντούσε αμίλητη και χαμογελούσε συχνά σαν άκουγε τη φιλενάδα της τόσο ευτυχισμένη και περήφανη.

Και το ρολόι μετρούσε τις ώρες...
Πέντε, έξι, επτά, ...εννιά.

Η Κατίνα είχε από ώρα επιστρέψει στο σπίτι και την οικογένειά της αφήνοντας μόνη τη Μαρία. Μόνη, να κεντάει και να σκέφτεται. Τη ζωή που ποτέ δε μπόρεσε να ζήσει.

Το κέντημα άφησε από τα χέρια της και σηκώθηκε από την καρέκλα που καθόταν. Προς το υπνοδωμάτιο κατευθύνθηκε, και ένα κασελάκι ξύλινο, που βρισκόταν δίπλα στο κρεβάτι της, πλησίασε. Έσκυψε, το άνοιξε και έμεινε εκεί, να κοιτάει μέσα, όλα όσα τόσα χρόνια φύλαγε σαν θησαυρό κοντά της.

Τα χέρια άπλωσε, έκανε στην άκρη πλεχτά και κεντήματα, φτιαγμένα από εκείνη, για την προίκα της, και μια φωτογραφία ασπρόμαυρη έβγαλε. Ένα ζευγάρι, πιασμένο χέρι με χέρι, απεικόνιζε. Και στο βλέμμα τους μόνο αγάπη μπορούσες ν' αντικρίσεις. Τα μάτια της βούρκωσαν, πήρε τη φωτογραφία και έκατσε στο κρεβάτι.

Ποτέ της δεν έφυγε έξω απ' το χωριό της, ποτέ της δεν ταξίδεψε, ποτέ δεν έκανε παιδιά, ποτέ της δεν παντρεύτηκε. Γεροντοκόρη τη φωνάζαν στο χωριό κι εκείνη πονούσε σαν το άκουγε κι έπειτα στο μυαλό της έφερνε εκείνον, το μόνο άνδρα που ερωτεύθηκε, που αγάπησε, το μόνο άνθρωπο σ' αυτό τον κόσμο που του δόθηκε ολοκληρωτικά, ψυχή και σώμα, και ξέχναγε κάθε πονό.

Οι δυο τους ήταν το ζευγάρι της φωτογραφίας, λίγο πριν εκείνος φύγει για τον πόλεμο, λίγο πριν της υποσχεθεί πως σύντομα μαζί θα ήταν πάλι, θα παντρεύονταν και θα έκαναν πολλά παιδιά, λίγο πριν του δοθεί για πρώτη ...και τελευταία φορά.

Εκείνος έφυγε, η πατρίδα τον καλούσε, μα η σκέψη του πάντα σ' εκείνη ήταν, για κείνη πολεμούσε, για την ελευθερία της, για να μπορούν οι καρποί του έρωτά τους να ζουν σε ένα κόσμο δίχως προστάτες κι αφεντάδες. Για να μπορούν τα όνειρα, που μαζί έκαναν, πραγματικότητα να γίνουν. Και της έγραφε, κάθε μέρα της έγραφε περιγράφοντάς της τις σκληρές συνθήκες στο μέτωπο, τις άγριες εικόνες του πολέμου μα και κάθε του συναίσθημα, κάθε σταγόνα δάκρυ που απ' τα μάτια του κυλούσε όταν, τις νύχτες, ένιωθε την ανάγκη του κορμιού της, τόσο έντονη, το κορμί του να μουδιάζει. Και κάθε γράμμα τέλειωνε πάντα με την ίδια φράση "Μην κλαις Μαρία μου, μη φοβάσαι, σύντομα κοντά σου θα 'μαι, σύντομα..."

Οι μέρες περνούσαν, ο πόλεμος δεν έλεγε να τελειώσει, εκείνη τον ταχυδρόμο περίμενε, κάθε μέρα, για μήνες, με λαχτάρα, και, όταν το γράμμα έφτανε, κλεινόταν στο δωμάτιό της και διάβαζε, ξανά και ξανά, κι εκείνον σκεφτόταν και τα όνειρα που μαζί του έκανε. Ώσπου μια μέρα έπαψε να παίρνει γράμματα. Ρωτούσε και ξαναρωτούσε τον ταχυδρόμο μα πάντα η απάντηση αρνητική ήταν.

Κι οι μέρες περνούσαν...
Κι η σιωπή μεγάλωνε...

Ο πόλεμος τελείωσε κάποτε, οι άνδρες του χωριού επέστρεφαν, ο ένας μετά τον άλλο, όχι όμως κι εκείνος. Έψαχνε καιρό πολύ να μάθει τι απέγινε μα κανείς δε γνωρίζε τίποτα για την τύχη του. Ώσπου έπαψε να ρωτάει. Έμεινε μόνη, στο άδειο της σπίτι, να τον σκέφτεται και να τον περιμένει χωρίς να γίνεται βάρος στους άλλους κάνοντας ερωτήσεις που αναπάντητες θα έμεναν.

Κοίταξε ακόμα μια φορά τη φωτογραφία, "σε περιμένω, ακόμα περιμένω, πάντα περιμένω" ψιθύρισε και ξάπλωσε στο κρεβάτι ακουμπώντας τη δίπλα στο προσκέφαλό της. Τα μάτια έκλεισε κι αποκοιμήθηκε.

Σκοτάδι κι ησυχία τύλιξαν το γέρικο κορμί της όταν ξαφνικά μια φωνή διέκοψε τον ύπνο της.

-Μαρία... Μαρία μου...

Ένιωσε την καρδιά της να χτυπά δυνατά, τα μάτια άνοιξε και τον είδε. Στεκόταν εκεί, μπροστά της, τυλιγμένος στο φως, νέος και όμορφος, όπως ακριβώς ήταν τη μέρα που την άφησε, την τελευταία φορά που τον είδε.

-Μαρία μου... Ήρθα... Στο είπα πως θα έρθω, θυμάσαι;
-Θυμάμαι αγάπη μου, ναι, θυμάμαι...

Δάκρυα ξανά γέμισαν τα μάτια της μα ήταν χαράς κι όχι λύπης αυτή τη φορά. Τον κοίταζε με λατρεία, φοβόταν μήπως ήταν απλά ένα όνειρο, μήπως ξυπνήσει και χαθεί για πάντα από κοντά της. Μα εκείνος άπλωσε το χέρι του και της έγνεψε να του δώσει το δίκο της.

-Έλα Μαρία, δε χρειάζεται να περιμένεις πια, είμαι εδώ, μαζί σου... Για πάντα μαζί σου...

Το χέρι της άπλωσε και το δικό του άγγιξε, το σώμα της ένιωσε δίχως βάρος κανένα, ανάλαφρο, λες κι ήταν νέα ξανά, σηκώθηκε απ' το κρεβάτι και τον αγκάλιασε. Στα μάτια του κοίταζε αδιάκοπα και τα δάκρυα δεν έλεγαν να πάψουν να κυλάνε.

-Μην κλαις Μαρία... μη φοβάσαι... σ' αγαπάω κι είμαι εδώ... μαζί σου...

Με δύναμη τον έσφιξε στην αγκαλιά της και ένωσε τα χείλη της με τα δικά του, σ' ένα φιλί που χρόνια περίμενε να νιώσει.

Το χάραμα έφτασε, οι δρόμοι αυτοκίνητα γέμισαν, τα παιδιά ξεκίνησαν ξανά για το σχολείο τους και στο παλιό σπίτι τα παραθυρόφυλλα έμεναν κλειστά.

Της εκκλησίας το ρολόι τις ώρες μέτραγε...
Επτά, οκτώ, εννιά...

Η κυρα-Κατίνα στάθηκε έξω από την πόρτα του παλιού αρχοντικού.

-Μαρία είσαι μέσα; Άνοιξε, θ' αργήσουμε για τη λαϊκή, τίποτα δε θα προλάβουμε πάλι.

Περίμενε για λίγο ν' ακούσει τη φωνή της φιλενάδας της μα τη σιωπή διαδέχθηκε κι άλλη σιωπή. Χτύπησε την πόρτα και φώναξε ξανά το όνομά της. Μα απάντηση δεν πήρε...

Δίπλα στην πόρτα μια γλάστρα έστεκε, μ' ένα βασιλικό. Εκεί φυλούσε η Μαρία πάντα ένα κλειδί, για ώρα ανάγκης. Η Κατίνα έσκυψε, ανασήκωσε τη γλάστρα τόσο όσο χρειαζόταν για να πιάσει το κλειδί και άνοιξε την πόρτα.

-Μαρία...;

Ένας φόβος την ψυχή της γέμισε...
Προχώρησε προς το υπνοδωμάτιο κι εκεί την είδε, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, γαλήνια, χαμογελαστή, και στην αγκαλιά της σφιχτά κρατούσε μια φωτογραφία. Μια φωτογραφία αγκαλιά μ' εκείνον, το μόνο άνδρα που αγάπησε. Και τότε η Κατίνα κατάλαβε...
Την πλησίασε, χάιδεψε τα μαλλιά της κι ένα φιλί απαλά ακούμπησε στο μέτωπό της...

-Ήρθε λοιπόν... δεν περίμενες άδικα Μαρία μου... Καλό σου ταξίδι γλυκιά μου... καλό ταξίδι...

Και το ρολόι μετρούσε το χρόνο που έφευγε και πίσω δε γύριζε...


ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΜΠΡΟΣ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΑΣ ΑΚΟΥΜΠΩ...

Οι σκέψεις γίνονται λέξεις και ξεχύνονται σαν άγρια άλογα που ελεύθερα καλπάζουν σε καταπράσινα λιβάδια...
Θεατής, ανήμπορος να τα ελέγξω, εγώ...
Το ποδοβολητό τους αισθάνομαι στο στήθος μου μέσα κάθε φορά που μια γραφή ολοκληρώνεται...
Παίρνει ζωή, οργανισμός αυτόνομος, μοναδικός...
Αναμνήσεις ενός μελλοντικού ονείρου...
Ξεκομμένο από κάθε παρελθόν ή παρόν...
Ικανό να προσφέρει τον Παράδεισο μέσα από της Κόλασης τις φλόγες...
Την ψυχή μου μπρος στα μάτια σας ακουμπώ...
Απόψε...

Page copy protected against web site content infringement by Copyscape
Blog Widget by LinkWithin